Έχοντας ασχοληθεί ερευνητικά με το βιοτικό περιβάλλον των περισσοτέρων φυσικών οικοσυστημάτων κυρίως της Ελλάδας, λιγότερο αυτών ολόκληρης της Μεσογείου και μιας γενικής άποψης από πολλά μέρη του πλανήτη (Αυστραλία, Νότιο-ανατολική Ασία, Βόρεια Αφρική, Αμερική και Βόρεια Ευρώπη) θα προσπαθήσω να αξιολογήσω για πρώτη φορά την υπάρχουσα κατάσταση και τις προοπτικές της ευρύτερης περιοχής της Ρούμελης, όχι σαν τοπολάτρης και γνήσιος Ρουμελιώτης, αλλά συγκρίνοντας αυτή την περιοχή με άλλες της Ελλάδας αλλά και γενικότερα της Μεσογείου.
Ερευνητικά δεδομένα της τριαντάχρονης αυτής επαγγελματικής μου απασχόλησης, ενδιαφέροντος και συνεργασίας με κορυφαίους αλλοδαπούς αλλά και Έλληνες σοβαρούς επιστήμονες θα προσπαθήσω να παραθέσω στην σύντομη αυτή ομιλία μου. Τα δεδομένα αυτά από όλο τον Ελλαδικό αλλά και τον Μεσογειακό χώρο έχουν σαν στόχο μια πρόταση που τεκμηριωμένα θα παραθέσω στο Συνέδριο αυτό για πρώτη φορά. Τα δεδομένα αυτά έχουν συλλεγεί από το νοτιότερο μέρος της Κρήτης (φαράγγι Πρέβελης) μέχρι τις Πρέσπες – «Παρθένο Δάσος» Ροδόπης – Δέλτα Έβρου και σχεδόν όλα τα νησιά του Αιγαίου και Ιονίου Πελάγους. Με βάση αυτή την εμπειρία κατά καιρούς μόνος μου ή σε συνεργασία με Έλληνες και ξένους ειδικούς έχω συντάξει ή συμβάλει στη σύνταξη αρκετών περιβαλλοντολογικών μελετών για διάφορους φορείς (Αώος – Κόνιτσα, Βούρινος – Σιάτιστα, Πρέσπες – Φλώρινα, Δέλτα Αχελώου και ευρύτερη περιοχή Ροδόπης Ελατιά και Παρθένο Δάσος. Ιδιαίτερη έμφαση έχω δώσει σε όλους τους Εθνικούς Δρυμούς και Προστατευόμενες Περιοχές της Ελλάδας (Δροσόπουλος, 1982, 1983, 1992, 1993, 1994, 1999). Τέλος, σαν γεωπόνος, ερεύνησα πολλούς εχθρούς καλλιεργειών και δασών (Εικ. 1) ή ασθένειες που μεταδίδονται μέσω αυτών στην Ελλάδα και Ν. Α. Ασία (Δροσόπουλος, 1983α, 1983β, 1984, 1985, 2000).
Από τα δεδομένα αυτά προκύπτει ότι στην Ελλάδα υπάρχουν σχεδόν όλα τα οικοσυστήματα που έχει η Ευρώπη παρόλο που το επικρατέστερο είναι το Μεσογειακό. Έτσι για ένα Ευρωπαίο το «Παρθένο Δάσος (Μνημείο Φυσικής Ιστορίας) αποτελεί μία μεγάλη έκπληξη και είναι ένα από τα τρία καλύτερα αισθητικά δάση του κόσμου (Εικόνες 2, 3). Το οικοσύστημα της περιοχής αυτής είναι Ευρω-σιβηρικό (Δροσόπουλος, 1983β, 1984).
Ερχόμενος τώρα στην ευρύτερη περιοχή της Ρούμελης οι μελέτες μου από το 1975 εστιάστηκαν στην τότε υπό κατακλυσμόν σημερινής λίμνης του Μόρνου (Εικ. 4). Υλικό συλλέχθηκε σε πολλές δειγματοληψίες στο Νομό Φωκίδας και πολλές τοποθεσίες των άλλων Νομών που απαρτίζουν τη περιοχή αυτή. Μεγάλο βάρος των μελετών αυτών δόθηκε στα βουνά Πάρνηθα, Ελικώνα, Παρνασσό, Γκιώνα, Οίτη, Βαρδούσια, Καρπενησίου, Αγράφων, υγροβιότοπους Σπερχειού, Ναυπάκτου, Ευήνου, Αχελώου, Αμβρακικού καθώς και παραποτάμιες περιοχές όλων σχεδόν των ποταμών που διαρρέουν την περιοχή αυτή. Φυσικά στις ερευνητικές μου περιοδείες που πολλές φορές ήταν και διαφημιστικές για την Ευρώπη αφού συνοδευόμουν με αρκετούς κορυφαίους συναδέλφους και φοιτητές από διάφορες χώρες της Ευρώπης και Αμερικής, μπορούσα να θαυμάσω το ανάγλυφο της περιοχής και να φωτογραφίσω τα πλέον αξιόλογα μέρη της μερικά που απεικονίζονται στις Εικόνες. 5, 6, 7 και 8.
Από την πληθώρα αδημοσίευτων ακόμη δεδομένων που έχω συλλέξει ή άλλων που έχουν δημοσιευθεί, εκτός από τον ενδημισμό κυρίως των Βαρδουσίων, Οίτης, Γκιώνας και Παρνασσού, αξίζει να αναφέρουμε εδώ ενδεικτικά για τα φυτά : το νοτιότερο όριο εξάπλωσης της οξιάς Fagus sylvatica, Βαρδούσια (Εικ. 8), της ορχιδέας Ophris hellene, Σκαλούλα-Δωρίδος, (Εικ. 9), του Liliumchalcedonicum, Εθνικός Δρυμός Παρνασσού, (Εικ. 10), της Deschampsia caespitosa (είδος γρασιδιού) και Narcissus poeticus (άγριος νάρκισσος), Οίτη 2000 μ.(Εικ. 11), Fritillaria messanensis (φριτιλάρια), Γκιώνα 1500 μ (Εικ. 12), Asphodelus fistulosus, Τριταία – Φωκίδας, (Εικ. 13) και για τα ζώα : νοτιότερο όριο εξάπλωσης του αμφιβίου Triturus alpestris (Οίτη 2000 μ), το ενδημικό ψαράκι Pungitiushellenicus (Αγία Παρασκευή – Λαμία), πολλά άλλα ενδημικά είδη αρθροπόδων κυρίως της Γκιώνας, Οίτης, Βαρδουσίων, Παρνασσού αλλά και Τυμφρηστού, Αγράφων και Παναιτωλικού. Πολλά άλλα είδη ενδημικά ή και σπάνια έχουν σαν νοτιότερο σημείο της διασποράς τους την περιοχή της Ρούμελης ενώ σε μερικά επεκτείνεται μέχρι την βόρειο Πελοπόννησο. Τέλος η περιοχή αυτή ακόμη αποτελεί καταφύγιο πολλών απειλούμενων ή υπό εξαφάνιση ειδών πουλιών. Η ύπαρξη λύκου, αλεπούς, ασβού, κουναβιού και άλλων θηλαστικών είναι πολλές φορές ανεξέλεγκτη και δημιουργεί έριδες μεταξύ των οικολόγων και των πασχόντων από αυτά τα θηλαστικά.
Από τα παραπάνω φαίνεται καθαρά ότι από την άποψη της βιοποικιλότητας η Ρούμελη είναι από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιοχές της Ελλάδας έχοντας το ένα τρίτο από τους δέκα Εθνικούς Δρυμούς (Οίτης – Παρνασσού - Πάρνηθας) και δύο εκτεταμένους υγροβιότοπους (Λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου και Αμβρακικός) που διέπονται υπό νομική προστασία. Παρόλα αυτά η προστασία των περιοχών αυτών είναι πολύ πλημμελής έως ανύπαρκτη και από την άποψη λαθροκυνηγίου και «λαθροβόσκησης» (δικές μου παρατηρήσεις). Βέβαια το λαθροκυνήγι είναι φαινόμενο απαντώμενο σε όλη την Ελλάδα και κάποτε θα πρέπει να αντιμετωπισθεί σοβαρά. Η λαθροβόσκηση και γενικότερα η υπερβόσκηση (ειδικά από κατσίκες) αποτελούν για την περιοχή της Ρούμελης μεγάλη «πληγή» ειδικότερα για τους υπάρχοντες δρυμούς και προστατευόμενες περιοχές (Δάσος Φράξου – Λεσίνι) και τα βουνά της Γκιώνας και των Βαρδουσίων. Είναι άξιο λόγου να αναφέρω εδώ ότι αυτά τα δύο βουνά, η περιοχή της Κατάρας – Μετσόβου, η περιοχή Σιάτιστας και σχεδόν ολόκληρη η Κρήτη είναι από τις πλέον υπερβοσκημένες περιοχές της Ελλάδας που έχω παρατηρήσει. Αξίζει απλώς να επισημάνουμε εδώ, ότι η Γκώνα κατά κύριο λόγο και ο Παρνασσός κατά δεύτερο επιβαρύνονται και από την μη προσεγμένη εξόρυξη βωξίτου.
Παραδόξως όμως μια περιοχή, που αν και δεν προστατεύεται, είναι από τις περισσότερο «παρθένες» της Ελλάδας, ίσως παρόμοιας φυσικής κατάστασης με αυτή του «Παρθένου Δάσους» της Ροδόπης. Αυτή η περιοχή εκτείνεται μεταξύ των ποταμών Μόρνου και Ευήνου και Ναυπάκτου – Γραμμένης Οξιάς. Είναι πάρα πολύ αραιοκατοικημένη και περιλαμβάνει ένα άριστης κατάστασης φυσικό Μεσογειακό οικοσύστημα που έχει το προνόμιο να καταλήγει βαθμιαία σε ένα Μεσο-ευρωπαϊκό, σε συνάρτηση βέβαια και με την αύξηση του υψομέτρου (Δάσος οξιάς 1700 μ.). Το οικοσύστημα αυτό είναι ελάχιστα μελετημένο από Έλληνες και ξένους ειδικούς αφού στη μεγαλύτερη έκτασή του είναι από δύσβατο έως άβατο. Προσωπικά το έχω κατά καιρούς επισκεφθεί μαζί με ξένους ειδικούς ερευνητές και οι λιγοστές δειγματοληψίες μας ήταν πάρα πολύ αξιόλογες. Θα αναφέρω μόνο την ύπαρξη ενός και μοναδικού αντιπροσωπευτικού είδους μιας οικογένειας Αρθροπόδων αποκλειστικά στη περιοχή αυτή, παρόλο που δειγματοληψίες σε παρόμοια οικοσυστήματα έχουν γίνει όπως ανέφερα στην αρχή σε όλη την Ελλάδα. Ακόμη στον ίδιο βιότοπο, ένα άλλο παρόμοιο είδος που είχα συλλέξει μόνο στον Έβρο βρέθηκε σε μεγάλους αριθμούς πάλι στην περιοχή αυτή. Σημειώνω εδώ ότι, αναμφίβολα, τέτοια είδη είναι χαρακτηριστικά και αποτελούν «βιοδείκτες» της ποιότητας του περιβάλλοντος μιας περιοχής (αδημοσίευτα δεδομένα).
Οι συνεργάτες μου που επισκέφθηκαν την περιοχή αυτή έμειναν «άναυδοι» λέγοντάς μου χαρακτηριστικά «ότι ουδέποτε είδαν καλύτερο βιότοπο στην Μεσόγειο», άποψη φυσικά που επικροτώ επίσης. Η καθαρότητα των ποταμών, ρυακιών και ρεμάτων είναι επίσης αντιπροσωπευτική της φυσικής κατάστασης του βιοτόπου (Εικ. 14). Η περιοχή αυτή είναι κατάφυτη σχεδόν από όλα τα Μεσογειακά είδη θάμνων αλλά και δένδρων, όσο δε για τα θηλαστικά λέγεται από χρόνια ότι είναι το μόνο μέρος της Ελλάδας που έχουν δει λύγκα η κατά άλλους αναμένεται να βρεθεί στη περιοχή αυτή. Το δύσβατο της περιοχής λόγω πυκνότητας της βλαστήσεως και η έλλειψη ασφαλτοστρωμένων δρόμων μέχρι πρότινος, ήταν και είναι απαγορευτικά για τέτοιες έρευνες.
Η γεωργία ουδέποτε ήταν ανεπτυγμένη στα φτωχά χωριά της περιοχής έτσι οι κάτοικοι μέχρι την ανάπτυξη της «Αθηνοφιλίας» (Δροσόπουλος, 1968) ζούσαν πολύ φτωχικά από την υλοτομία, τα κάστανα και τα περιβόλια τους με τις καρυδιές, μηλιές και τα λιγοστά παραγωγικά κατοικίδια ζώα τους (μαρτυρίες συμμαθητών μου της δεκαετίας του 1950).
Η υδροδότηση της Αθήνας πρώτα από το φράγμα του Μόρνου και πρόσφατα και από το Εύηνο θα πρέπει να συμβάλλει αναγκαστικά στην διατήρηση της πλούσιας βλάστησης της περιοχής αυτής για την ποιότητα και ποσότητα της παροχής πόσιμου νερού. Ο κίνδυνος εμπρησμών η πυρκαγιών στην περιοχή αυτή βρίσκεται τα τελευταία χρόνια «προ των πυλών της».
Πρόταση
1. Ονομασία της προτεινόμενης περιοχής αρμόζει να είναι «Μεσογειακό Πάρκο Φυσικής Ιστορίας» (Mediterranean Park of Natural History).
2. Η οριοθέτηση της περιοχής προτείνεται ως εξής : Δυτική πλευρά ποταμού Μόρνου αρχίζοντας από τη Μονή Βαρνάκοβης, Κάλιο, Λευκαδίτιο, Άνω Μουσουνίτσα, Δάφνη, Ανατολή, Σταυροπήλιο (Ευρυτανίας), Λιβαδάκια (Ναυπακτία), Κρυονέριο, Άνω Χώρα, Δρακότρυπα, Καταφύγιο, Γαλέμιο, Μόρνος, Μονή Βαρνάκοβης. Η κατά προσέγγιση έκταση του πάρκου αυτού θα είναι (30 χμ. επί 22) 660 τ. χλμ. Η έκταση αυτή μπορεί να περιλάβει ή να ενωθεί και με τον Εθνικό Δρυμό της Οίτης που είναι 72 τ. χλμ.
3. Οδικό Δίκτυο : Συμπλήρωση ασφαλτόδρομου της οριοθετημένης περιοχής και διασύνδεση των οικιστικών περιοχών με δευτερεύοντες δρόμους από ειδικό υλικό που έχει την ιδιότητα απορρόφησης των ομβρίων υδάτων με σκοπό την αποφυγή διαβρωτικών καταστάσεων στη περιοχή. Βελτίωση των υπαρχόντων μονοπατιών με υλικά από την περιοχή. Έλεγχος ή καταγραφή εισόδου και εξόδου αυτοκινήτων σε επιλεγμένα σημεία του περιφερειακού οδικού άξονα.
4. Οικιστικές διατάξεις. Διατήρηση των παραδοσιακών οικισμών με γνώμονα το πατροπαράδοτο κατασκευαστικό υλικό (όχι επάλειψη ή επένδυση πέτρινων κτισμάτων για παράδειγμα). Μετατροπή υπαρχόντων κτηρίων σε ξενώνες ή μικρά ξενοδοχεία ή ενοικιαζόμενα δωμάτια. Ίδρυση νέων ή βελτίωση υπαρχόντων καταφυγίων ή σταθμών παρατήρησης. Μελλοντική ίδρυση Βιολογικού Σταθμού για εκπαίδευση.
5. Οικοτουρισμός. Η ανάπτυξη οικοτουρισμού είναι και η μόνη προοπτική για καλώς εννοούμενη ανάπτυξη του βιοτικού επιπέδου των μονίμως διαβιούντων στη περιοχή. Παράλληλα, διατήρηση ή, και σταδιακή ελεγχόμενη μείωση του αριθμού των υπαρχόντων αιγοπροβάτων κλπ στη περιοχή προς αποφυγή υπερβόσκησης. Απαγόρευση κάθε μορφής αφαίρεσης υλικού από την πανίδα και χλωρίδα (π. χ. κυνήγι, αφαίρεση βοτάνων, λουλουδιών κλπ) Παράλληλα, απαγόρευση εισαγωγής στη περιοχή κάθε ζωικού ή φυτικού είδους που δεν υπάρχει στην περιοχή και ειδικότερα στην Ελλάδα. Κοπή ξύλων για ανάγκες θέρμανσης κατόπιν αδείας των υπευθύνων.
Τέλος, με βάση τα όσα περιληπτικά ανέφερα πιστεύω ότι η υλοποίηση αυτής της πρότασης θα συμβάλει σε μια μακροπρόθεσμη σωστή ανάπτυξη όχι μόνο για τους μονίμως διαμένοντας στη περιοχή (που τους χειμερινούς μήνες δεν πρέπει να υπερβαίνουν τους 1500-2000 κατοίκους) αλλά και γενικότερα ολόκληρης της Ελλάδας. Μη ξεχνάμε ότι η περιοχή είναι η «Δεξαμενή» για το πόσιμο νερό της Αθήνας.
Ακόμη θα πρότεινα όχι άλλες φυλακές ή βλέψεις για ίδρυση ασύμφορων χιονοδρομικών κέντρων στα υπερήφανα, ιστορικά και αιματοβαμμένα βουνά της Κεντρικής Ρούμελης.
Βιβλιογραφία
1. ΔΡΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Α και Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, 1983α. Προκαταρκτικές παρατηρήσεις πάνω στην προσβολή των Καστανεώνων της Κυνουρίας από είδη εντόμων της οικογένειας των Typhlocybidae(Homoptera-Auchenorrhyncha). Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο επί των Ασθενιών και Εχθρών των Φυτών. Αθήνα, σελ. 53-54.
2. ΔΡΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Α., 1983β. Η Εκμετάλλευση των Δασών της Ελλάδας από μία άλλη σκοπιά. Εισήγηση στ Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο της Π.Ε.Β. πάνω σε «Οικολογικά ζητήματα στην Ελλάδα σήμερα». Αθήνα, σελ. 38.
3. ΔΡΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Α., 1984. Στοιχεία Πανίδας και Χλωρίδας από μοναδικό για την Ελλάδα δάσος Ελατιά-Ροδόπης. Πρακτικά Διεθνούς Συνεδρίου για τις Προστατευόμενες φυσικές περιοχές. Αθήνα, σελ. 210-214.
4. ΔΡΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Α., 1985. Είναι τα Calocoris spp. (Heteroptera, Miridae) επιβλαβή για τις ελιές; Περίληψη ανακοινώσεως, στα Πρακτικά του Α΄ Πανελλήνιου Εντομολογικού Συνεδρίου. Αθήνα, σελ. 43.
5. ΔΡΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Σ., Μ. ΛΟΥΚΑΣ και Κ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, 1987. Προσβολή Καστανεώνων από ένα σύμπλεγμα ειδών ή τύπων φυλλοτέττιγων του γένους Alebra (Homoptera, Cicadellidae). Χρον. Μπενακείου Φυτοπαθ. Ινστ. (Ν.Σ.) 15: 137-148.
6. ΔΡΟΣΟΠΟΥΛΟΣ, Α., 2000. Η σημασία της γνώσης της Πανίδας και Χλωρίδας πριν την χρήση φυτοφαρμάκων σε καλλιέργειες : Μία Βιοσυστηματική προσέγγιση : Πρακτικά Συνεδρίου με τίτλο : «Φυτοφάρμακα, Υγεία και Περιβάλλον». Χαλκιδική, Οκτώβριος 1998.
Εκθέσεις του συγγραφέα
1. Το πρόβλημα της αστυφιλίας εις την Ελλάδα. Απρίλιος 1968.
2. Αξιολόγηση και Διαχείριση της χαράδρας του Αώου. Αθήνα, Ιανουάριος 1982.
3. Αξιολόγηση και Διαχείριση της κοιλάδας του Μεσιανού νερού του όρους Βούρινος. Αθήνα, Ιούλιος 1983.
4. Ποιοτική εκτίμηση της Χλωρίδας, Βλάστησης και Πανίδας της νήσου Νίσυρος. Αθήνα, 1992.
5. Ολοκληρωμένη Διαχείριση Συμπλέγματος Υγρότοπων Αιτωλικού-Μεσολογγίου, Ν. Αιτωλοακαρνανίας. Αθήνα, Ιούλιος 1993.
6. Αξιολόγηση και Διαχείριση του όρους Βούρινος. Αθήνα, 1994.
7. Αξιολόγηση περιοχής του όρους Όχι (Ν. Εύβοιας). Αθήνα, 1999.
Εικ. 1. Μία παράδοξη, πολυσυζητημένη και απροσδιόριστη κατά τον συγγραφέα ασθένεια της ελάτης, (Abies cephalonica) όπως φαινόταν από το χωριό Καρούτες-Δωρίδος τον Ιούνιο 1995.
Εικ. 2. Μία άποψη του «Παρθένου-Δάσους» όπου επικρατεί η ερυθρελάτη (Picea abies) και κάποιο είδος Verbascum τα μέσα Ιουλίου 1982.
Εικ. 3. Ο «παρθένος κρίνος» (Lilium rhodopaeum) στο «Παρθένο-Δάσος» Ιούλιος 1982. Ενδημικό είδος της Ροδόπης.
Εικ. 4. Το φράγμα του Μόρνου και πανοραμική άποψη της Γκιώνας. Αεροφωτογραφία παρμένη το Οκτώβριο 1975.
Εικ. 5. Η «πλάκα» της Γκιώνας όπως φαίνεται από την απέναντι πλευρά του χωριού Συκιά. (Ιούλιος 1984).
Εικ. 6. Αντικατοπτρισμός μέρους των Βαρδουσίων στη Λίμνη του Μόρνου (Αύγουστος 1986). Η φωτογραφία πάρθηκε πριν από το χωριό Λευκαδίτι.
Εικ. 7. Όψη των Αγράφων παρμένη το Μάιο 1995 από το φράγμα της τεχνικής Λίμνης του Μέγδοβα (Πλαστήρα).
Εικ. 8. Το καταφύγιο πάνω από τη Γραμμένη Οξιά με το ομώνυμο είδος δένδρου και τις διαχειμάζουσες φτέρες, Pteridium aquilinum (Νοέμβριος 1993).
Εικ. 9. Ένα σπάνιο είδος ορχιδέας Ophris hellene σε φραγμένο αγρό κοντά στο χωριό Σκαλούλα - Δωρίδος τον Απρίλιο 1985. Σήμερα δεν υπάρχει λόγω ελεύθερης βοσκής αιγοπροβάτων.
Εικ. 10. Άλλο είδος «παρθένου κρίνου», Lilium chalcedonicum, από τον Εθνικό Δρυμό Παρνασσού (Ιούλιος 1992).
Εικ. 11. Άγριος νάρκισσος Narcissus poeticus στον Εθνικό Δρυμό Οίτης σε υψόμετρο 2000 μ. (Ιούνιος 1984). Αρκετά σπάνιο φυτό που λόγω της γειτνιάσεώς του με το δρόμο δεν πρέπει να υπάρχει σήμερα επειδή “λεηλατείται” από περαστικούς που συνηθίζουν να κόβουν ότι ωραίο βρεθεί στο διάβα τους.
Εικ. 12. Φριτιλάριες του είδους Fritillaria messanensis φυόμενες σε σκιερό μέρος από έλατα σε υψόμετρο 1500 μ. της Γκιώνας πάνω από το χωριό Σκαλούλα, όπου επίσης βρέθηκε ένα ενδημικό είδος εντόμου, που παραδόξως ανακαλύφθηκε να τρέφεται σε μύκητες, που αναπτύσσονται κάτω από τους φλοιούς ξηραμένων ελάτων (!) (Αδημοσίευτα δεδομένα). Αυτό αναφέρεται εδώ διότι αποδεικνύει ότι και τα ξερά δένδρα χρειάζονται για την ισορροπία ενός οικοσυστήματος.
Εικ. 13. Το σπανιότερο από τα τρία είδη σπερδουκλιών (Asphodelus fistulosus) που φύονται στη Μεσόγειο. (Λίγο πριν την Τριταία – Φωκίδας, Μάρτιος 2000).
Εικ. 14. Παραπόταμος του Μόρνου, κοντά στο χωριό Γρανίτσα όπου φαίνεται μερικώς η πλούσια Μεσογειακή βλάστηση της περιοχής.
Σάκης Δροσόπουλος Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
ΠΗΓΗ: http://www.roumeli.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου