H Εισήγηση του κ. Σάββα Θ. Αυγέρη, Περιφερειακού Συμβούλου και Αντιπροέδρου της Οικονομικής Επιτροπής Π.Δ.Ε., στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου για τους Δασικούς Χάρτες.
Οι Δασικοί Χάρτες είναι ένα μεγάλο θέμα με πολλές προεκτάσεις, μέρος των οποίων φάνηκε με τα προβλήματα που ανέκυψαν με την επίσημη ανάρτησή τους στις δύο (2) απ’ τις τρεις (3) Περιφερειακές μας Ενότητες (Ηλείας και Αχαΐας).
Αγγίζει το σύνολο σχεδόν των πολιτών της Περιφέρειάς μας.
Το Περιφερειακό Συμβούλιο ως ανώτατο πολιτικό όργανο της Περιφέρειας έχει ρόλο και πρέπει να τον αναδείξει στέλνοντας τις προτάσεις οι οποίες θα συνδιαμορφωθούν κατά τη σημερινή μας συνεδρίαση σε αυτούς που αποφασίζουν
Αγγίζει το σύνολο σχεδόν των πολιτών της Περιφέρειάς μας.
Το Περιφερειακό Συμβούλιο ως ανώτατο πολιτικό όργανο της Περιφέρειας έχει ρόλο και πρέπει να τον αναδείξει στέλνοντας τις προτάσεις οι οποίες θα συνδιαμορφωθούν κατά τη σημερινή μας συνεδρίαση σε αυτούς που αποφασίζουν
Κυρίες και Κύριοι,
Το 80% περίπου των δασικών εδαφών της χώρας μας είναι δημόσια περιουσία. Αυτό σημαίνει ότι οι δυνατότητες για το δημόσιο είναι πάρα πολλές να ασκήσει δασική πολιτική με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος αλλά και την αειφόρο ανάπτυξη.
Απαιτούνται όμως παρεμβάσεις τέτοιες που να έχουν το στοιχειό του δικαίου για τους πολίτες ώστε να γίνονται σεβαστά και αποδεκτά τα οποία μέτρα και παράλληλα να προστατεύεται το μέγιστο κοινωνικό αγαθό το Δάσος με την διατήρηση των πολλαπλών λειτουργιών του, στο διηνεκές.
Προκειμένου όμως αυτό να επιτευχτεί για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις θα πρέπει να γνωρίζουμε τα όρια της δημόσιας από την ιδιωτική περιουσία.
Είμαστε η μοναδική χώρα της Ε.Ε. στην οποία δεν έχει γίνει ακόμα αυτός ο διαχωρισμός του δημοσίου από το ιδιωτικό. Δηλαδή η κατάρτιση του δασολογίου-κτηματολογίου. Πριν όμως από αυτό απαιτείται η κατάρτιση των δασικών χαρτών που εξετάζουν τη μορφή και μόνο της έκτασης, δηλαδή αν είναι δασική ή μη δασική.
Έτσι βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια κατάρτισης και ανάρτησης δασικών χαρτών στο 48% της επικράτειας και μεταξύ αυτών σε δύο (2) απ’ τις τρεις (3) Π.Ε. Αχαΐας και Ηλείας που έχουν ήδη αναρτηθεί. Πιστεύω ότι η στήριξή μας στην προσπάθεια για την έκδοση των δασικών χαρτών θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη γιατί αυτό το έργο θα είναι απόλυτα χρήσιμο για την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων, αλλά και για την προστασία της περιουσίας των πολιτών.
Όταν οριστικοποιηθούν οι δασικοί χάρτες, οι δασικές υπηρεσίες θα απαλλαγούν από το έργο των χαρακτηρισμών που στα Δασαρχεία έχει εγκλωβίσει το ελάχιστο εξειδικευμένο προσωπικό κι έτσι θα μπορέσει να ασχοληθεί με δασοπονικούς σχεδιασμούς και με την προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων. Θα απαλλαγούν οι πολίτες αλλά και οι υπηρεσίες απ’ την μεγάλη γραφειοκρατία, αφού θα γίνει κοινοποίηση σε όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες με τη δασική Νομοθεσία για εφαρμογή και ανάρτηση στο διαδίκτυο.
Με την ανάρτηση των δασικών χαρτών στις δύο (2) Π.Ε. της Περιφέρειάς μας (Ηλεία και Αχαΐα) προέκυψε μια σειρά από προβλήματα τα οποία πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπιστούν για να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί το έργο.
Θα αναφερθώ επιγραμματικά σε κάποια από αυτά, δεδομένου ότι στα περισσότερα έχω καλυφθεί από τον εισηγητή. Έμφαση όμως θα δώσω σε δύο (2) που κατά την άποψή μου έχουν προεκτάσεις στους ιδιοκτήτες αγροκτημάτων της υπαίθρου και κυρίων στους παραδασόβιους πληθυσμούς.
1. Η προθεσμία υποβολής αντιρρήσεων είναι ασφυκτικά μικρή. Αύξηση χρονικού διαστήματος για υποβολή αντιρρήσεων.
2. Τα παράβολα που θα πρέπει να πληρώσουν οι ενιστάμενοι είναι πολύ μεγάλα. Αν όχι την κατάργηση, μείωση στο ελάχιστο του παραβόλου για την άσκηση των αντιρρήσεων.
3. Ιδιοκτήτες έχουν εγκλωβιστεί μέσα σε αναδασωτέες εκτάσεις. Διευκρινίσεις και ιδιαίτερη προσοχή στο χειρισμό των αναδασωτέων εκτάσεων που περιλαμβάνονται στον χάρτη. Για ιδιοκτήτες οι οποίοι έχουν εγκλωβιστεί μέσα σε αναδασωτέες εκτάσεις θα πρέπει άμεσα η πολιτεία να τους δικαιώσει ακόμα και χωρίς να απαιτείται η υποβολή αντίρρησης αλλά σε κάθε περίπτωση να μην επιβαρυνθεί το παράβολο ο ιδιοκτήτης αφού είναι βέβαιο ότι δεν ευθύνεται.
4. Έγιναν πολλές λανθασμένες αποτυπώσεις, παραλείψεις, κλπ. Γενικά επιστροφή παραβόλου οπωσδήποτε στους πολίτες που θα δικαιώνονται από τις επιτροπές για σφάλματα που δεν ευθύνονται οι ίδιοι (λανθασμένες αποτυπώσεις, παραλείψεις, κλπ.).
5. Υπάρχουν εκτάσεις οι οποίες έχουν αλλάξει χαρακτήρα κι αυτό είναι μη αναστρέψιμο. Εδώ θα πρέπει η Πολιτεία να δώσει οριστική λύση.
6. Έρχομαι τώρα στα δύο (2) προβλήματα που πιστεύω ότι η λύση τους μπορεί να είναι καταλύτης στην κατάρτιση και οριστικοποίηση των όσο το δυνατόν αντικειμενικών και με τον χαρακτήρα του δικαίου δασικών χαρτών.
Α. Ποιος είναι ο πλέον πρόσφορος χρόνος που θα αρχίσει η εξέτασή του αν μια έκταση διέπεται απ’ τη δασική Νομοθεσία ή όχι είναι το θεμελιώδες ερώτημα.
Θα είναι το 1945 που είναι οι παλαιότερες αεροφωτογραφίες;
Θα είναι το 1975 με την ισχύ του Συντάγματος;
Θα είναι κάποια άλλη εποχή;
Με την αποδοχή ως χρόνου εξέτασης των αεροφωτογραφιών του 1945 δημιουργείται μια ανισομέρεια στην εφαρμογή αυτού του στοιχείου γιατί δεν υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς, δεν υπάρχει ενιαίο κριτήριο για όλον τον ελληνικό χώρο και σε πολλές περιπτώσεις τα στοιχεία αυτά δεν είναι άμεσα αξιοποιήσιμα. Είναι βέβαιο ότι δημιουργούνται αδικίες μεταξύ των πολιτών από περιοχή σε περιοχή.
Εκτίμησή μου είναι ότι επιλέγοντας το 1945 σαν χρόνο εξέτασης αν και υπάρχει αεροφωτογραφική λήψη όμως στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, όχι σε όλο, εν τούτοις θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν την κατάσταση που επικρατούσε τότε.
Η χώρα μας μόλις τότε βγήκε από την κατοχή των Γερμανών κι αμέσως μετά από τον Εμφύλιο. Πολλές εκτάσεις είχαν εγκαταλειφθεί και λόγω του πολέμου, ακόμα όμως κι από τη δικτατορία του 1936, με αποτέλεσμα στις αεροφωτογραφίες του 1945 να φαίνονται ως δασικές κάποιες εκτάσεις από αυτές μπορεί να είχαν καλλιεργηθεί ακόμα και πριν το 1940.
Έτσι πιστεύω ότι η υιοθέτηση των α/φ του 1945 δεν είναι ορθό και δίκαιο και σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να είναι το μοναδικό σημείο αναφοράς, το πρώτο χρονικά, για τον χαρακτηρισμό μιας έκτασης δασικής ή μη.
Λαμβάνοντας ως αφετηρία το έτος ψήφισης του Συντάγματος το 1975 θα νομιμοποιήσουμε μεγάλες καταπατήσεις δασικών εκτάσεων τη δεκαετία του ’60 και του ’70. Άρα, το έτος 1960 φαίνεται το πλέον πρόσφορο και ως σημείο αναφοράς για τον χαρακτηρισμό μιας έκτασης ως δασικής ή μη.
α) Έχουμε με τις α/φ του 1960 πανελλαδική αεροφωτογραφική κάλυψη και μάλιστα με α/φ καλής ποιότητας, κάτι που εξασφαλίζει το ενιαίο κριτήριο για τον χαρακτηρισμό των εκτάσεων.
β) Οι όποιες εκχερσώσεις έγιναν από το 1945 μέχρι το 1960 λαμβάνοντας υπ΄ όψιν τις κοινωνικο – οικονομικές συνθήκες της εποχής, έγιναν καθαρά για βιοποριστικούς λόγους.
Μετά την κατοχή και τον πόλεμο σε μια χώρα με οικονομική βάση διαλυμένη, το βασικό μέλημα της ελληνικής οικογένειας ήταν η σίτιση και η εξασφάλιση των αναγκαίων προς το ζην.
Άρα είναι άδικο να θεωρούμε καταπατητές σήμερα μετά από 60-70 χρόνια αυτούς τους καταταλαιπωρημένους ανθρώπους από τον πόλεμο, την κατοχή και τον εμφύλιο και να τους τιμωρούμε θεωρώντας μια έκταση η οποία εκχερσώθηκε π.χ. το 1950 ή 1952, ότι δηλαδή δεν τους ανήκει !!!
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι η καλή ζωή για την πατρίδα μας άρχισε να έρχεται μετά το 1960 και τότε παράλληλα άρχισε να αποκτάει οικοπεδική αξία η γη.
Για τους λόγους αυτούς πιστεύω ότι το 1960 κι όχι το 1945 θα έπρεπε να έχει επιλεγεί και το θεωρώ μονόδρομο για την άμβλυνση των αδικιών εις βάρος του καταταλαιπωρημένου έλληνα πολίτη.
Το 80% περίπου των δασικών εδαφών της χώρας μας είναι δημόσια περιουσία. Αυτό σημαίνει ότι οι δυνατότητες για το δημόσιο είναι πάρα πολλές να ασκήσει δασική πολιτική με γνώμονα την προστασία του περιβάλλοντος αλλά και την αειφόρο ανάπτυξη.
Απαιτούνται όμως παρεμβάσεις τέτοιες που να έχουν το στοιχειό του δικαίου για τους πολίτες ώστε να γίνονται σεβαστά και αποδεκτά τα οποία μέτρα και παράλληλα να προστατεύεται το μέγιστο κοινωνικό αγαθό το Δάσος με την διατήρηση των πολλαπλών λειτουργιών του, στο διηνεκές.
Προκειμένου όμως αυτό να επιτευχτεί για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις θα πρέπει να γνωρίζουμε τα όρια της δημόσιας από την ιδιωτική περιουσία.
Είμαστε η μοναδική χώρα της Ε.Ε. στην οποία δεν έχει γίνει ακόμα αυτός ο διαχωρισμός του δημοσίου από το ιδιωτικό. Δηλαδή η κατάρτιση του δασολογίου-κτηματολογίου. Πριν όμως από αυτό απαιτείται η κατάρτιση των δασικών χαρτών που εξετάζουν τη μορφή και μόνο της έκτασης, δηλαδή αν είναι δασική ή μη δασική.
Έτσι βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια κατάρτισης και ανάρτησης δασικών χαρτών στο 48% της επικράτειας και μεταξύ αυτών σε δύο (2) απ’ τις τρεις (3) Π.Ε. Αχαΐας και Ηλείας που έχουν ήδη αναρτηθεί. Πιστεύω ότι η στήριξή μας στην προσπάθεια για την έκδοση των δασικών χαρτών θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη γιατί αυτό το έργο θα είναι απόλυτα χρήσιμο για την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων, αλλά και για την προστασία της περιουσίας των πολιτών.
Όταν οριστικοποιηθούν οι δασικοί χάρτες, οι δασικές υπηρεσίες θα απαλλαγούν από το έργο των χαρακτηρισμών που στα Δασαρχεία έχει εγκλωβίσει το ελάχιστο εξειδικευμένο προσωπικό κι έτσι θα μπορέσει να ασχοληθεί με δασοπονικούς σχεδιασμούς και με την προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων. Θα απαλλαγούν οι πολίτες αλλά και οι υπηρεσίες απ’ την μεγάλη γραφειοκρατία, αφού θα γίνει κοινοποίηση σε όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες με τη δασική Νομοθεσία για εφαρμογή και ανάρτηση στο διαδίκτυο.
Με την ανάρτηση των δασικών χαρτών στις δύο (2) Π.Ε. της Περιφέρειάς μας (Ηλεία και Αχαΐα) προέκυψε μια σειρά από προβλήματα τα οποία πρέπει οπωσδήποτε να αντιμετωπιστούν για να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί το έργο.
Θα αναφερθώ επιγραμματικά σε κάποια από αυτά, δεδομένου ότι στα περισσότερα έχω καλυφθεί από τον εισηγητή. Έμφαση όμως θα δώσω σε δύο (2) που κατά την άποψή μου έχουν προεκτάσεις στους ιδιοκτήτες αγροκτημάτων της υπαίθρου και κυρίων στους παραδασόβιους πληθυσμούς.
1. Η προθεσμία υποβολής αντιρρήσεων είναι ασφυκτικά μικρή. Αύξηση χρονικού διαστήματος για υποβολή αντιρρήσεων.
2. Τα παράβολα που θα πρέπει να πληρώσουν οι ενιστάμενοι είναι πολύ μεγάλα. Αν όχι την κατάργηση, μείωση στο ελάχιστο του παραβόλου για την άσκηση των αντιρρήσεων.
3. Ιδιοκτήτες έχουν εγκλωβιστεί μέσα σε αναδασωτέες εκτάσεις. Διευκρινίσεις και ιδιαίτερη προσοχή στο χειρισμό των αναδασωτέων εκτάσεων που περιλαμβάνονται στον χάρτη. Για ιδιοκτήτες οι οποίοι έχουν εγκλωβιστεί μέσα σε αναδασωτέες εκτάσεις θα πρέπει άμεσα η πολιτεία να τους δικαιώσει ακόμα και χωρίς να απαιτείται η υποβολή αντίρρησης αλλά σε κάθε περίπτωση να μην επιβαρυνθεί το παράβολο ο ιδιοκτήτης αφού είναι βέβαιο ότι δεν ευθύνεται.
4. Έγιναν πολλές λανθασμένες αποτυπώσεις, παραλείψεις, κλπ. Γενικά επιστροφή παραβόλου οπωσδήποτε στους πολίτες που θα δικαιώνονται από τις επιτροπές για σφάλματα που δεν ευθύνονται οι ίδιοι (λανθασμένες αποτυπώσεις, παραλείψεις, κλπ.).
5. Υπάρχουν εκτάσεις οι οποίες έχουν αλλάξει χαρακτήρα κι αυτό είναι μη αναστρέψιμο. Εδώ θα πρέπει η Πολιτεία να δώσει οριστική λύση.
6. Έρχομαι τώρα στα δύο (2) προβλήματα που πιστεύω ότι η λύση τους μπορεί να είναι καταλύτης στην κατάρτιση και οριστικοποίηση των όσο το δυνατόν αντικειμενικών και με τον χαρακτήρα του δικαίου δασικών χαρτών.
Α. Ποιος είναι ο πλέον πρόσφορος χρόνος που θα αρχίσει η εξέτασή του αν μια έκταση διέπεται απ’ τη δασική Νομοθεσία ή όχι είναι το θεμελιώδες ερώτημα.
Θα είναι το 1945 που είναι οι παλαιότερες αεροφωτογραφίες;
Θα είναι το 1975 με την ισχύ του Συντάγματος;
Θα είναι κάποια άλλη εποχή;
Με την αποδοχή ως χρόνου εξέτασης των αεροφωτογραφιών του 1945 δημιουργείται μια ανισομέρεια στην εφαρμογή αυτού του στοιχείου γιατί δεν υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς, δεν υπάρχει ενιαίο κριτήριο για όλον τον ελληνικό χώρο και σε πολλές περιπτώσεις τα στοιχεία αυτά δεν είναι άμεσα αξιοποιήσιμα. Είναι βέβαιο ότι δημιουργούνται αδικίες μεταξύ των πολιτών από περιοχή σε περιοχή.
Εκτίμησή μου είναι ότι επιλέγοντας το 1945 σαν χρόνο εξέτασης αν και υπάρχει αεροφωτογραφική λήψη όμως στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, όχι σε όλο, εν τούτοις θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν την κατάσταση που επικρατούσε τότε.
Η χώρα μας μόλις τότε βγήκε από την κατοχή των Γερμανών κι αμέσως μετά από τον Εμφύλιο. Πολλές εκτάσεις είχαν εγκαταλειφθεί και λόγω του πολέμου, ακόμα όμως κι από τη δικτατορία του 1936, με αποτέλεσμα στις αεροφωτογραφίες του 1945 να φαίνονται ως δασικές κάποιες εκτάσεις από αυτές μπορεί να είχαν καλλιεργηθεί ακόμα και πριν το 1940.
Έτσι πιστεύω ότι η υιοθέτηση των α/φ του 1945 δεν είναι ορθό και δίκαιο και σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να είναι το μοναδικό σημείο αναφοράς, το πρώτο χρονικά, για τον χαρακτηρισμό μιας έκτασης δασικής ή μη.
Λαμβάνοντας ως αφετηρία το έτος ψήφισης του Συντάγματος το 1975 θα νομιμοποιήσουμε μεγάλες καταπατήσεις δασικών εκτάσεων τη δεκαετία του ’60 και του ’70. Άρα, το έτος 1960 φαίνεται το πλέον πρόσφορο και ως σημείο αναφοράς για τον χαρακτηρισμό μιας έκτασης ως δασικής ή μη.
α) Έχουμε με τις α/φ του 1960 πανελλαδική αεροφωτογραφική κάλυψη και μάλιστα με α/φ καλής ποιότητας, κάτι που εξασφαλίζει το ενιαίο κριτήριο για τον χαρακτηρισμό των εκτάσεων.
β) Οι όποιες εκχερσώσεις έγιναν από το 1945 μέχρι το 1960 λαμβάνοντας υπ΄ όψιν τις κοινωνικο – οικονομικές συνθήκες της εποχής, έγιναν καθαρά για βιοποριστικούς λόγους.
Μετά την κατοχή και τον πόλεμο σε μια χώρα με οικονομική βάση διαλυμένη, το βασικό μέλημα της ελληνικής οικογένειας ήταν η σίτιση και η εξασφάλιση των αναγκαίων προς το ζην.
Άρα είναι άδικο να θεωρούμε καταπατητές σήμερα μετά από 60-70 χρόνια αυτούς τους καταταλαιπωρημένους ανθρώπους από τον πόλεμο, την κατοχή και τον εμφύλιο και να τους τιμωρούμε θεωρώντας μια έκταση η οποία εκχερσώθηκε π.χ. το 1950 ή 1952, ότι δηλαδή δεν τους ανήκει !!!
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι η καλή ζωή για την πατρίδα μας άρχισε να έρχεται μετά το 1960 και τότε παράλληλα άρχισε να αποκτάει οικοπεδική αξία η γη.
Για τους λόγους αυτούς πιστεύω ότι το 1960 κι όχι το 1945 θα έπρεπε να έχει επιλεγεί και το θεωρώ μονόδρομο για την άμβλυνση των αδικιών εις βάρος του καταταλαιπωρημένου έλληνα πολίτη.
Β. Με το Π.Δ. 32/2016 ξεκαθάρισαν οι έννοιες δάσος – δασική έκταση – χορτολιβαδική έκταση – άγονες βραχώδεις.
Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα του Π.Δ. σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί γεωργική έκταση όταν το ποσοστό δασοκάλυψης υπερβαίνει το 25% (προβολή της κόμης των δέντρων στο οριζόντιο επίπεδο).
Ο καθορισμός των εννοιών αυτών δεν έχει καμία εξαίρεση ούτε στη δασική βλάστηση που απέκτησαν αγροκτήματα μετά από εγκατάλειψη . Έχει όμως και αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο ασκείται η γεωργική εκμετάλλευση σήμερα, αλλά κυρίως τα προηγούμενα χρόνια στην Ελλάδα.
Οι περισσότεροι αγρότες κυρίως σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές είναι παράλληλα και κτηνοτρόφοι ή και δασεργάτες ή ρητινοσυλλέκτες παλαιότερα.
Για παράδειγμα μπορεί να αφήσουν δασικά είδη στα χωράφια είτε για ίσκιο στα ζώα, είτε για συλλογή καρπού (βελανίδια, αγραπίδια, κλπ).
Μια έκταση με αυτά τα χαρακτηριστικά δεν είναι δύσκολο να αποκτήσει κάλυψη από δασική βλάστηση 25%.
Μια άλλη παράμετρος είναι ο τρόπος χειρισμού των εκτάσεων που ανέκαθεν ήταν μη δασικού χαρακτήρα και λόγω εγκατάλειψης τα τελευταία χρόνια απέκτησαν δασική κάλυψη σε ποσοστό άνω του 25%.
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι τις δεκαετίες 60 – 70 – 80 είχαμε το μεγάλο κύμα εξωτερικής και εσωτερικής μετανάστευσης.
Άδειασε η ύπαιθρος και οι νέοι εγκαταστάθηκαν στις πόλεις, κυρίως στο Λεκανοπέδιο Αττικής και πολλοί στο εξωτερικό. Με την πληθυσμιακή αποδυνάμωση των χωριών σταμάτησαν να καλλιεργούνται οι εκτάσεις μέσα από τις οποίες πολλοί από εμάς μεγαλώσαμε και σήμερα έχουν καλυφθεί από δασική βλάστηση άνω του 25%.
Οι εκτάσεις αυτές στους δασικούς χάρτες με αυτά που ισχύουν σήμερα θα χαρακτηριστούν δασικού χαρακτήρα, κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει εύκολα και μετά την εξέταση αντίρρησης, ανεξάρτητα εάν μέσα στην έκταση αυτή είναι εμφανή τα ίχνη καλλιέργειας.
Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος αποφασίσει να επιστρέψει στο χωριό για να δραστηριοποιηθεί στα χωράφια που άφησε φεύγοντας καθαρά από δασική βλάστηση και σήμερα έχουν πάνω από 25% δασοκάλυψη δεν μπορεί να το κάνει, γιατί θα βρει απέναντί του τη Δασική Υπηρεσία αν τολμήσει να καλλιεργήσει απομακρύνοντας τη δασική βλάστηση.
Αυτό σημαίνει ότι δεν θα διαφέρει η αντιμετώπισή του από την Ελληνική Δικαιοσύνη, απ’ τον καταπατητή έκτασης σε τουριστική περιοχή ή πλησίον μεγάλων πόλεων με τεράστια οικοπεδική αξία. Έτσι, το αγρόκτημα π.χ. στην Κυραβγένα Ορεινής Τριχωνίδας που απέκτησε δασική βλάστηση 25% λόγω εγκατάλειψης θα αντιμετωπιστεί το ίδιο με αυτή μεγάλης οικοπεδικής αξίας που ήταν πάντα δασικού χαρακτήρα. Θεωρώ επιτακτική ανάγκη την διευθέτηση του μεγάλου αυτού ζητήματος των δασωθέντων αγρών, των αγροκτημάτων με δασοκάλυψη άνω του 25%, αλλά με εμφανέστατα τα ίχνη καλλιέργειας και να μην μπούνε όλα μέσα στο ίδιο τσουβάλι: δάση – δασικές εκτάσεις – δασωθέντες αγροί.
Χωρίς αυτό το διαχωρισμό, σε συνδυασμό με τη μη χρησιμοποίηση των αεροφωτογραφιών του 1960, φοβάμαι πως οι δασικοί χάρτες αντί για ευλογία θα γίνουν κατάρα για τους ανθρώπους της υπαίθρου, θα μπει η ταφόπλακα στην ελληνική ύπαιθρο με την περαιτέρω πληθυσμιακή αποδυνάμωση.
Σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα του Π.Δ. σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί γεωργική έκταση όταν το ποσοστό δασοκάλυψης υπερβαίνει το 25% (προβολή της κόμης των δέντρων στο οριζόντιο επίπεδο).
Ο καθορισμός των εννοιών αυτών δεν έχει καμία εξαίρεση ούτε στη δασική βλάστηση που απέκτησαν αγροκτήματα μετά από εγκατάλειψη . Έχει όμως και αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο ασκείται η γεωργική εκμετάλλευση σήμερα, αλλά κυρίως τα προηγούμενα χρόνια στην Ελλάδα.
Οι περισσότεροι αγρότες κυρίως σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές είναι παράλληλα και κτηνοτρόφοι ή και δασεργάτες ή ρητινοσυλλέκτες παλαιότερα.
Για παράδειγμα μπορεί να αφήσουν δασικά είδη στα χωράφια είτε για ίσκιο στα ζώα, είτε για συλλογή καρπού (βελανίδια, αγραπίδια, κλπ).
Μια έκταση με αυτά τα χαρακτηριστικά δεν είναι δύσκολο να αποκτήσει κάλυψη από δασική βλάστηση 25%.
Μια άλλη παράμετρος είναι ο τρόπος χειρισμού των εκτάσεων που ανέκαθεν ήταν μη δασικού χαρακτήρα και λόγω εγκατάλειψης τα τελευταία χρόνια απέκτησαν δασική κάλυψη σε ποσοστό άνω του 25%.
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι τις δεκαετίες 60 – 70 – 80 είχαμε το μεγάλο κύμα εξωτερικής και εσωτερικής μετανάστευσης.
Άδειασε η ύπαιθρος και οι νέοι εγκαταστάθηκαν στις πόλεις, κυρίως στο Λεκανοπέδιο Αττικής και πολλοί στο εξωτερικό. Με την πληθυσμιακή αποδυνάμωση των χωριών σταμάτησαν να καλλιεργούνται οι εκτάσεις μέσα από τις οποίες πολλοί από εμάς μεγαλώσαμε και σήμερα έχουν καλυφθεί από δασική βλάστηση άνω του 25%.
Οι εκτάσεις αυτές στους δασικούς χάρτες με αυτά που ισχύουν σήμερα θα χαρακτηριστούν δασικού χαρακτήρα, κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει εύκολα και μετά την εξέταση αντίρρησης, ανεξάρτητα εάν μέσα στην έκταση αυτή είναι εμφανή τα ίχνη καλλιέργειας.
Αυτό σημαίνει ότι αν κάποιος αποφασίσει να επιστρέψει στο χωριό για να δραστηριοποιηθεί στα χωράφια που άφησε φεύγοντας καθαρά από δασική βλάστηση και σήμερα έχουν πάνω από 25% δασοκάλυψη δεν μπορεί να το κάνει, γιατί θα βρει απέναντί του τη Δασική Υπηρεσία αν τολμήσει να καλλιεργήσει απομακρύνοντας τη δασική βλάστηση.
Αυτό σημαίνει ότι δεν θα διαφέρει η αντιμετώπισή του από την Ελληνική Δικαιοσύνη, απ’ τον καταπατητή έκτασης σε τουριστική περιοχή ή πλησίον μεγάλων πόλεων με τεράστια οικοπεδική αξία. Έτσι, το αγρόκτημα π.χ. στην Κυραβγένα Ορεινής Τριχωνίδας που απέκτησε δασική βλάστηση 25% λόγω εγκατάλειψης θα αντιμετωπιστεί το ίδιο με αυτή μεγάλης οικοπεδικής αξίας που ήταν πάντα δασικού χαρακτήρα. Θεωρώ επιτακτική ανάγκη την διευθέτηση του μεγάλου αυτού ζητήματος των δασωθέντων αγρών, των αγροκτημάτων με δασοκάλυψη άνω του 25%, αλλά με εμφανέστατα τα ίχνη καλλιέργειας και να μην μπούνε όλα μέσα στο ίδιο τσουβάλι: δάση – δασικές εκτάσεις – δασωθέντες αγροί.
Χωρίς αυτό το διαχωρισμό, σε συνδυασμό με τη μη χρησιμοποίηση των αεροφωτογραφιών του 1960, φοβάμαι πως οι δασικοί χάρτες αντί για ευλογία θα γίνουν κατάρα για τους ανθρώπους της υπαίθρου, θα μπει η ταφόπλακα στην ελληνική ύπαιθρο με την περαιτέρω πληθυσμιακή αποδυνάμωση.
Δίνοντας λύση στα παραπάνω εκτεθέντα μπορούμε να έχουμε δασικούς χάρτες πραγματικούς με τους οποίους θα καταπολεμηθούν οι καταπατητές που μέχρι σήμερα εκμεταλλεύονται αυτό το θολό τοπίο, την αναχρονιστική αλλά και δαιδαλώδη Δασική Νομοθεσία που ενίοτε αντί να δώσει λύση κάθε καινούργιος νόμος περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση.
Αυτό που έχουμε περισσότερο ανάγκη είναι η χρησιμοποίηση των σωστών και δίκαιων δασικών χαρτών για προστασία και αειφόρο ανάπτυξη και διαχείριση των δασών και δασικών εκτάσεων.
Μόνο έτσι μπορεί να ξαναζωντανέψει η ύπαιθρος και να έχουμε πετύχει κάποια στιγμή το τρίπτυχο:
Αυτό που έχουμε περισσότερο ανάγκη είναι η χρησιμοποίηση των σωστών και δίκαιων δασικών χαρτών για προστασία και αειφόρο ανάπτυξη και διαχείριση των δασών και δασικών εκτάσεων.
Μόνο έτσι μπορεί να ξαναζωντανέψει η ύπαιθρος και να έχουμε πετύχει κάποια στιγμή το τρίπτυχο:
ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΔΑΣΩΝ ΜΕ ΑΕΙΦΟΡΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ – ΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – ΠΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.
Αυτά που είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρα στις δύσκολες ώρες που περνάει η πατρίδα μας .
Κλείνοντας, θα ήταν παράλειψή μου να μην αναφερθώ στο μεγάλο πρόβλημα έλλειψης προσωπικού στις Διευθύνσεις Δασών, κυρίως δασολόγων για τις ανάγκες κατάρτισης Δασικών Χαρτών που σημειωτέον, για παράδειγμα στην Αιτωλοακαρνανία, την μεγαλύτερη σε έκταση Π.Ε. υπάρχει μόνο ένας δασολόγος που ασχολείται με Δασικούς Χάρτες και Κτηματολόγιο και μπορεί κανείς να αντιληφθεί το μέγιστο του προβλήματος.
Στην απόφασή μας σήμερα θα πρέπει να τονίσουμε την ανάγκη πρόσληψης ακόμα και κατ’ εξαίρεση Δασολόγων και Δασοπόνων για να ολοκληρωθεί το έργο των δασικών χαρτών, αλλά και για τη σύνταξη του Δασολογίου – Κτηματολογίου που έπεται.
Σας ευχαριστώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου