Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

"25η Μαρτίου 1821: Ημέρα Δόξας, Πίστης και Ελευθερίας"

 




Ο εορτασμός της εθνικής επετείου της 25 Μαρτίου καθιερώθηκε να τιμάται κάθε χρόνο αυτή την ημέρα το 1838, με βασιλικό διάταγμα της κυβέρνησης του ΄Οθωνα.

 Διπλή γιορτή χαρακτηρίζεται η συγκεκριμένη ημέρα για το έθνος των Ελλήνων.

Και αυτό, γιατί γιορτάζουμε δύο σημαντικά γεγονότα. Το πρώτο σπουδαίο γεγονός είναι το άγγελμα της ενσαρκώσεως του Κυρίου που έφερε ο άγγελος στην Θεοτόκο- τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Ο μονογενής Υιός του Θεού θα ερχόταν στον κόσμο για να διώξει την αμάθεια και να χαρίσει στην ανθρωπότητα την ειρήνη, την αγάπη και την ελευθερία.

Το δεύτερο επίσης σπουδαίο γεγονός, το οποίο όλος ο ελληνικός κόσμος γιορτάζει και θυμάται με ευλάβεια αυτή τη μέρα, είναι η επανάσταση του 1821.

Η ελληνική επανάσταση του 1821, ήταν η ένοπλη εξέγερση των επαναστατημένων Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας με σκοπό την αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας από τα ελληνικά εδάφη και την δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.

Ήταν επιθυμία τόσο του Αλέξανδρου Υψηλάντη όσο και της Φιλικής Εταιρείας η έναρξη της επανάστασης να ταυτιστεί με μία σπουδαία εκκλησιαστική ημέρα, για την ενίσχυση του φρονήματος των υπόδουλων Ελλήνων. Η σύνδεση της ημερομηνίας με τον Ευαγγελισμό προσέδωσε θρησκευτική βαρύτητα στον αγώνα, ενώ η μέρα επιλέχθηκε και για πρακτικούς λόγους, καθώς μέσα στους θρησκευτικούς εορτασμούς θα μπορούσαν να κρύψουν την εξέγερση.

 Ο λαός μας, ύστερα από τους θριάμβους του Μιλτιάδη, του Λεωνίδα, του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου γονάτισε και υποτάχτηκε στους Τούρκους. Ο φάρος του ελληνικού πνεύματος έπαψε να σκορπίζει το φως του στα πέρατα της Οικουμένης. Ο γαλανός ουρανός της Ελλάδας σκεπάστηκε από τα μαύρα σύννεφα της σκλαβιάς. Η ελευθερία κυνηγημένη και χωρίς πατρίδα έφυγε μακριά από την χώρα μας. Αλλά ο ελληνικός λαός δεν έχασε το θάρρος του. Η ψυχή του έμεινε προσηλωμένη στην πίστη της εκκλησίας μας και στην ιδέα της πατρίδας. Έτσι εργαζόταν ολόψυχα για την ανάσταση του γένους. Πέρασε πολλά χρόνια υποδούλωσης και σκλαβιάς όμως, όλο και αντιδρούσε στον τύραννο. 

Με πίστη στα εθνικά του ιδανικά περίμενε την ώρα της απολύτρωσης. Προσμένει την στιγμή του μεγάλου εθνικού συναγερμού, την ημέρα της ανάστασης. Και έφτασε η μέρα αυτή, η τόσο πολυπόθητη. Ο κυριότερος πολιτικός φορέας που ανέλαβε το εγχείρημα ήταν η Φιλική Εταιρεία η οποία ξεκινά την δράση της περί τα τέλη του 18ου αιώνα.

Στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας στις 25 Μαρτίου 1821, ο επίσκοπος Γερμανός, υψώνει το λάβαρο της επανάστασης και ευλογεί τα όπλα μιας χούφτας γενναίων. Η φλόγα ανάβει, το σύνθημα ελευθερία ή θάνατος δονεί τους αιθέρες και το σκλαβωμένο έθνος ξεσηκώνεται σαν ένας άνθρωπος με μία θέληση και έναν πόθο.

Στη συνέχεια, ρίχνεται στον αγώνα η πλατιά μάζα του καταπιεσμένου πληθυσμού με ηγετικές προσωπικότητες στα πεδία των μαχών και όχι μόνο
  

Σύμβολα φιλοπατρίας, αυτοθυσίας και πολεμικής αρετής είναι για τους αγνούς Έλληνες πατριώτες οι μεγάλες μορφές των αγωνιστών, του Ρήγα Φεραίου, των Υψηλάντηδων, του πατριάρχη Γρηγορίου του ¨Ε, του επισκόπου Γερμανού, του Διάκου, του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη, του Μιαούλη, του Παπαφλέσσα, του Μπότσαρη της Μπουμπουλίνας, του Ανδρούτσου, του Καψάλη, του Μακρυγιάννη, του Γούναρη, του Λόρδου Βύρωνα, του Σανταρόζα και όλων εκείνων των Ελλήνων και φιλελλήνων που εργάστηκαν ή πολέμησαν για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της πατρίδας μας. Προ των ιερών σκιών των ηρώων αυτών στεκόμαστε στην στάση απόλυτης προσοχής και τιμής.

Ανδρειωμένα παλικάρια πολεμούν μέρα νύχτα ξεπερνώντας για άλλη μια φορά τους θριάμβους τον Μαραθωνομάχων και των Σαλαμινομάχων. Τα Δερβενάκια, η Αλαμάνα, η Χαλκιδική, το χάνι της Γραβιάς, το Μανιάκι, το Μεσολόγγι, η Αραπίτσα και το Ζάλογγο, όπου οι ηρωικές γυναίκες επέλεξαν το θάνατο παρά την σκλαβιά χορεύοντας προς την Αθανασία, γίνονται φωτεινά μετέωρα που εμψυχώνουν το αγωνιζόμενο έθνος και του δίνουν καινούριες δυνάμεις για τον αγώνα. Το ελληνικό αίμα χύνεται άφθονο για μια ακόμα φορά. Χύνεται στο βωμό της πατρίδας. Για να γραφούν νέες σελίδες δόξας στην ελληνική ιστορία, για να γίνει γνωστή στα πέρατα της οικουμένης η απόφαση και η θέληση ενός ηρωικού λαού να αποτινάξει τον ζυγό της δουλείας. Γίνεται για να ποτιστεί και να βλαστήσει το δέντρο της ελευθερίας. Και αφού τα ελληνόπουλα αγωνίστηκαν και κατατρόπωσαν τις στρατιές του Βρυώνη, του Κιουταχή και του Ιμπραήμ, αφού ολόκληρο το έθνος πολέμησε σκληρά, αφού έγιναν ολοκαύτωμα η Χίος και τα Ψαρά ανέτειλε επιτέλους η μέρα της απολύτρωσης, της ελευθερίας. Μια γωνιά της δοξασμένης γης ελευθερώνεται. Γίνεται κράτος ανεξάρτητο και η ελευθερία, έπειτα από φυγή και εξορία 400  ολόκληρων ετών  ξαναγυρίζει  στην πατρίδα της.

 Ο Γάλλος ποιητής Φρειδερίκος Μιστράλ στο θαυμάσιο ποίημα του με τίτλο «Ελληνικός ύμνος» που απέδωσε σε ωραία μετάφραση στα ελληνικά ο μεγάλος ποιητής μας Κωστής Παλαμάς, τελειώνει με την θαυμάσια επωδό :

Αν πρέπει να πεθάνουμε για την Ελλάδα θεία είναι η Δάφνη!

Μια φορά κάνεις πεθαίνει.

Ο ίδιος ο Κωστής Παλαμάς στο ποίημά του «Αυτό το λόγο», το οποίο μεταδόθηκε από το ραδιόφωνο και δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες την ιστορική ημέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940, τελειώνει ως εξής :

 Αυτό το λόγο θα σας πω,

δεν έχω άλλο κανένα,

μεθύστε με τ΄ αθάνατο

κρασί του 21!

 Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός εξωτερικεύει την απέραντη συγκίνηση της ψυχής του και την λατρεία του για την Ελλάδα, μ ’αυτά τα λόγια:

Κλείσε μέσα στην ψυχή σου την Ελλάδα και θα αισθανθείς κάθε είδους μεγαλείο.

   Αυτό το τόσο σημαντικό γεγονός της εθνικής μας ιστορίας γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου. Γι’ αυτό χτυπούν χαρμόσυνα οι καμπάνες των εκκλησιών του ελληνικού κόσμου. Γι’ αυτό σε κάθε γωνιά της Ελλάδος ακούγονται εθνικά τραγούδια, χαρούμενες φωνές και εμβατήρια. Γι’ αυτό, αυτή τη μέρα σε κάθε φυλάκιο, σε κάθε έπαλξη, σε κάθε ύψωμα κυματίζει υπερήφανα η γαλανόλευκη σημαία μας. Είναι ημέρα αυτή μια μέρα δόξας λαμπρής.

Γιορτάζει το έθνος των Ελλήνων. Η αιώνια Ελλάδα. Και μαζί της γιορτάζει το ελεύθερο πνεύμα, η μεγαλοσύνη των ψυχών, ο κόσμος των υψηλών ιδεών, το πνεύμα των μεγάλων ανδρών, των σοφών και των δημιουργών, το πνεύμα των Ολύμπιων Θεών. 

Είναι μια μέρα ευλαβικού εθνικού μνημοσύνου στην Αγία μνήμη των ηρωικών προγόνων μας, μια μέρα μεγάλης γιορτής του ελληνισμού.

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2025

«ΟΠΩΣ ΚΥΛΑΝΕ ΤΑ ΝΕΡΑ, ΠΑΝΕ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ» Δρ Ιωάννη Γ. Νεραντζή ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ ΣΤΙΣ 18-8-2012

 Αγαπητοί συντοπίτες, Χαλικιώτες και Χαλικιώτισσες, και για να τιμήσω ιδιαίτατα τη γενιά που γεννήθηκε εδώ και ριζοκρατάει από εδώ, από αυτό το χωριό Δερίκοβον, αγαπητοί Δερικοβίτες και Δερικοβίτισσες: 

Τα βοσκοτόπια και οι στάνες του Δερίκοβου, και τα νερά τού Δερικοβίτικου ρέμματος μας καλωσορίζουν όλους εμάς, σήμερα, σε τούτο το «αντάμωμα» συγχωριανών Ντερικοβιτών και παιδιών της τωρινής γενιάς Χαλικιωτών, σε ένα «αντάμωμα» που για τους αιωνόβιους προβατάρηδες και γιδάρηδες βοσκούς και τσελιγκάδες είναι αντάμωμα αναμνήσεων και ζωής στη Φύση και αναπόληση των ονείρων τους, κάτω από τον έναστρο ουρανό, όπου οι Πλειάδες, η Πούλια κι ο Αυγερινός, παίζουν «κρυφτούλι» και κρύβονται σε τούτα εδώ τα θερινά λιβαδοτόπια, ανάμεσα στα βεργόκλαδα του θαμνόδενδρου που οι περατάρηδες από εδώ νομάδες των Βαλκανικών βουνών ονόμαζαν Δερίκοβον στα Μεσαιωνικά τα Χρόνια.
Θέλω να πώ ότι, οι διαβατικοί και από τούτον τον βουνήσιο τόπο βλαχόφωνοι βαλκάνιοι ποιμενάρχες παρατήρησαν, εκεί που φύλαγαν τα «πράματά» τους, δηλαδή τα γιδοπρόβατά τους, στο τόπο αυτόν, που τώρα ανταμώσαμε όλοι εμείς, παρατήρησαν –λέγω - ότι φύτρωναν Κρανιές, ότι δηλαδή ήταν «τόπος με Κρανιές», «τόπος με Κράνα». Ήταν δηλαδή το οροπέδιο αυτό «Δερνίκοβον», όπως ονομάτιζαν τον τόπο με Κρανιές οι Σκλαβηνοί Βλάχοι του Βυζαντίου και όπως αναφέρεται η ονομασία αυτή στα παλαιοσλαβικά, στα παλαιοβουλγαρικά, και στα παλαιοσλοβενικά χωριά των Βαλκανίων. Ονομάτισαν, λοιπόν, πιθανότατα, τον τόπο αυτόν, τον κατάσπαρτο με τα βουνίσια Κράνια, *Δερνίκοβον, εξ ου και Δερίκοβον, που μετά το 1928 μετονομάστηκε σε Χαλίκι. (Συμεωνίδης Χ., Ετυμολογικό λεξικό των νεοελληνικών οικωνυμίων, τόμοι 2, ‘‘Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου Κύπρου’’, Λευκωσία-Θεσσαλονίκη, 2010. Ζάχος Ε. Παπαζαχαρίου, Βαλκανική Κολυμβήθρα Ονομάτων, ‘‘εκδόσεις Ισνάφι’’, Ιωάννινα 2010.)
   Είναι ο τόπος, λοιπόν, που δίνει το όνομα, κι όχι οι άνθρωποι.
   Και είναι τα ονόματα των τόπων που μας μιλάνε και μας λένε ότι οι άνθρωποι απ’ όλη τη Βαλκανική χερσόνησο ερχόντουσαν σε επαφή μεταξύ τους, ακολουθώντας τους ποτάμιους δρόμους που καθιστούν δυνατή την ανθρώπινη μετακίνηση από κοιλάδα σε κοιλάδα και φέρνουν σε επαφή τα έθνη και τους λαούς που αναπτύσσονται στις ποτάμιες γεωπολιτικές λεκάνες, μιά των οποίων είναι του ποταμού Εύηνου.
   Τούτο καθίσταται εύκολα κατανοητό κοιτώντας απλώς έναν χάρτη των Βαλκανίων: Εκεί θα δούμε ότι το σύμπλεγμα των ποτάμιων υδροσυστημάτων της Βαλκανικής χερσονήσου, επειδή έχουν κοινές υδροκριτικές γραμμές, τροποντινά λειτουργούν ως «συγκοινωνούντα δοχεία» υποδοχής των ανθρώπινων συνόλων που ακολουθούν αυτά τα ποτάμια, καλύτερα αυτούς τους νερένιους δρόμους των Βαλκανίων. Επιτρέπουν, με άλλα λόγια, τα παραποτάμια αυτά μονοπάτια την κίνηση των Λαών και των Εθνών στον Βαλκανικό χώρο, την ανταλλαγή προϊόντων, τη γλωσσική και πολιτιστική αλληλοεπίδραση, που τη βλέπουμε αποτυπωμένη στα τοπωνύμια και στα οικωνύμια του ορεινού κυρίως Ελλαδικού χώρου.
   Είναι αποδεδειγμένο, πάντως, ότι ο Δερικοβίτικος τόπος τούτος είναι κατοικημένος από την αρχαιότητα, από τους αρχαίους Έλληνες, από τους Αιτωλούς:  Ήταν Συνοικισμός μιάς πανάρχαιας κώμης, δηλαδή Συνοικισμός ενός πανάρχαιου ελληνικού χωριού στη χώρα των Αιτωλών που είχε διασκορπισμένους τους οικισμούς του και απλωμένους στον παραπόταμο του Ευήνου Φειδάκια ή Βασιλικός.
   Συγκεκριμένα, στο δεξιό κέρας της κακοτράχαλης και πετρώδους διχάλας που σχηματίζουν οι απαρχές του ρέμματος Φειδάκια αναπτύσσονται τα σημερινά χωριά, Χαλίκι (πρώην Ντερίκοβα), Δάφνη και Νεροσύρτης, ενώ στο αριστερό κέρας της διχάλας αναπτύσσονται τα χωριά Λαμπίρι, Στριγανιά (= «Στη Ριγανιά») και Σπαρτιάς. Όλα αυτά τα απολύτως ορεινά χωριά, μαζί με αυτά που αναπτύσσονταν νοτιότερα σε πιο παραγωγικό έδαφος, δηλαδή με τα χωριά Δρυμώνας (πρώην Μπερίκος), Αετόπετρα (πρώην Ζαμπατίνα) και Μάνδρα, αποτελούσαν τους  αρχαίους Συνοικισμούς μιας μεγάλης και σπουδαίας αρχαίας κώμης των Αιτωλών. Ο κύριος Οικισμός αυτής της αρχαίας κώμης με το νεκροταφείο του κατελάμβανε τον λόφο Καρδαρά ή Τσουγκρί ή Ξυλοκούρη (607 μ.) που υψώνεται 1,7 χλμ. ΝΔ. από την Αετόπετρα και 2,5 χλμ. ΝΝΔ. του Δρυμώνα. Πάνω στον λόφο αυτόν εντοπίστηκαν τα λείψανα οχυρωμένης φυσικά και τεχνητά αρχαίας ακρόπολης. Στην τεχνητή πλευρά της οχύρωσης σώζεται αρχαίο τείχος με πύλη. Στο εσωτερικό της ακρόπολης διακρίνονται λείψανα τοίχων κτηρίου. Έξω από την ακρόπολη θα εκτεινόταν το νεκροταφείο της κώμης, του οποίου καταστράφηκαν τρεις κιβωτιόσχημοι τάφοι από αρχαιοκάπηλους. Ο William Woodhouse, που επισκέφθηκε τη θέση, γράφει στα 1897, ότι στον ανατολικό πρόποδα του λόφου Καρδαρά υπάρχει πηγή και κοντά σ’ αυτήν «ελληνικό τείχος». Απέναντι από τον λόφο Καρδαρά, στη δυτική όχθη του ρέμματος Φειδάκια υψώνεται ο λόφος του Προφήτη Ηλία (651 μ.), όπου υπάρχει αρχαϊκό Ιερό με δύο αρχαίους ναούς του 6ου π.Χ. αιώνα. Πιθανότατα, μάλιστα, στον λόφο αυτόν του Προφήτη Ηλία να είχαμε και προϊστορικό Οικισμό της δεύτερης χιλιετίας, διότι ο Κ. Ρωμαίος απεκάλυψε ανασκαφικά τοίχους πιθανότατα από τις οικίες του προϊστορικού συνοικισμού. Το ιερό αυτό με τους δύο ναούς είναι σήμερα γνωστό ως «Ιερό παρά τον Ταξιάρχην της Αιτωλίας». Βέβαια, την κύρια κώμη πλαισίωναν και άλλοι αρχαίοι Οικισμοί: ένας ήταν στο σημερινό χωριό Μάνδρα, όπου στη θέση Σκοπιά υπήρχε οχύρωση ίσως ακρόπολης του οικισμού. Άλλη μια μικρή ακρόπολη/παρατηρητήριο υπάρχει σε απόκρημνο λόφο, ακριβώς εκεί που συμβάλλει ο παραπόταμος Φειδάκια στον Εύηνο, ακρόπολη γνωστή με το όνομα «Παλιόκαστρο», κοντά στο χωριό Διασελάκι. Ένα άλλο καστράκι είναι το «Παλιόκαστρο της Στριγανιάς». Αλλά και στο ανατολικό κέρας του ρέμματος Φειδάκια, όπου το χωριό Χαλίκι (Δερίκοβον), είχαμε και εκεί έναν κτηνοτροφικό αρχαίο Οικισμό απλωμένον ανάμεσα στα χωριά Χαλίκι (στα 960 μ.) και Νεροσύρτης (στα 950 μ.). Συγκεκριμένα, σε περιοχή ανάμεσα στα δύο ρεμματάκια, το Ντερικοβίτικο και το Νεροσυρτιάνικο, ο λαογράφος Δημ. Λουκόπουλος παρατήρησε «σκόρπια εδώ κι εκεί πολλά παλιοκεράμιδα της αρχαίας εποχής και κομμάτια από αγγεία». (Νεραντζής Ι., Η Χώρα των Αιτωλών, διδακτορική διατριβή, 2001 [2003]).
    Και βέβαια, είναι άλλο το να ζεις, κι άλλο το να έρχεσαι σ’ έναν τόπο για να βιώσεις και εσύ, έστω και προσωρινά, έστω και με ψευδαισθήσεις, το πώς ζούσαν, πώς βιοπόρευαν, πώς κυλούσε η ζωή τους τούτων των ορεσείβιων δίπλα στα νερά των πηγών που κυλούσαν και γέμιζαν τις χαράδρες, που αντιβούϊζαν σ’αυτά εδώ τα θερινά λειβαδοτόπια όπου έτρεχαν πέρα δώθε και πάνω κάτω τα κατσίκια και τα γιδοπρόβατα αενάως, από τότε που οι Βαλκάνιοι τα ανέβαιναν με τα κοπάδια τους και το βιός τους φορτωμένο στα μουλάρια ή ζαλιγκωμένο στη ζαλίγκα τής βοσκοπούλας μάνας και κόρης. (Γεώργιος Αθαν. Σαρρής, Από τα χειμαδιά στα βουνά – ‘‘Οι Αμπλιανίτες ποιμένες, Πάτρα 2011).
    Αυτή είναι η διαφορά με το σήμερα, αγαπητοί μου Χαλικιώτες και Χαλικιώτισσες, αγαπητοί μου Δερεκοβίτες και Δερικοβίτισσες: Δεν ακούμε πλέον, σήμερα, τους τσοπάνηδες, τα κοπάδια, τον αχό των κουδουνιών, τα φλογερολαλήματα, τα αγριοζούλαπα, τα λογής-λογής πουλιά, τα βελάσματα των κοπαδιών και τα αλιχτίματα των τσοπανόσκυλων. Δεν βλέπεις, πλέον, τον τσοπάνη, άξαφνα να στρογγυλοκάθεται απανωτά σε κανά λιθάρι και ν’ αρχίζει να παίζει τη φλογέρα του τραγούδια και μελωδίες που υμνούν την τσοπάνικη ζωή και βαλσαμώνουν τον καημό του, μελωδίες όπως αυτή που μόλις ακούσαμε και τραγούδια όπως αυτό που θα σας απαγγείλω:
       
«Τώρα είναι Απρίλης και χαρά, τώρα είναι το Καλοκαίρι. /
         Το λεν’ τ’ αηδόνια στα κλαριά κι οι πέρδικες στα πλάγια, /
         το λεν’ οι κούκοι στα ψηλά, ψηλά στα καταράχια. /
         Πάν’ τα κοπάδια στα βουνά, να ξεκαλοκαιριάσουν, /
         πάν’ και κοντά οι τσοπάνηδες βαρώντας τη φλογέρα, /
         να τα τυροκομήσουνε και τη νομή να βγάλουν, /
         και να γιορτάσουν τ’ Άη Γιωργιού, να ρίξουν στο σημάδι, /
         να πιούν νερό απ’ τα βουνά να πάρουν τον αέρα /. »

  Δεν ακούς πλέον να αχάει όλος ο τόπος από τα κυπριά και τα κουδούνια που φέρνουν στο λαιμό τους μερικά ζωντανά, οι «μπροστάρηδες» όπως θέλει ο τσοπάνος να τα λέει στη γλώσσα του. Σωστά κινητά συννεφάκια τα κατάλευκα κοπάδια, σκόρπια εδώ κι εκεί, μπροστά σου κι ανάγυρα, σου δίνουν την εντύπωση ενός ολάκερου ποιμενικού βασιλείου με αφέντη τον πολύπραγο τσέλιγκα κι αρχόντισσα την πιο καλή και φρόνιμη βλαχοπούλα.
   Είναι άλλο να σας περιγράφω τώρα εγώ τη βλαχοζωή στα βουνά, κι άλλο μια βραδυά στη βλάχικη στάνη: ανάβουν φωτιές για συντροφιά, αρμέγουν τα γαλάρια τους, βράζουν το φρεσκόγαλο και τρώνε ολόγυρα στη φωτιά. Παράπλευρα τα ζωντανά τους γρεκιασμένα αναχαράζουν κατάκοπα την τροφή τους. Εκεί, τέτοιες βραδυές θ’ ακούσεις ένα σωρό ιστορίες γύρω από την τσοπάνικη ζωή, να λένε πολύξεροι τσοπάνηδες στους άλλους τους ανήξερους στους πιο νέους και στα βλαχοπαίδια. Ορμηνεύουν τη γενιά που θα παραδώσουν το ζωντανό και άψυχο βιός.
   Είναι άλλη γιορτή η σημερινή τούτου του «ανταμώματος», κι άλλη γεύση και χαρακτήρα είχαν οι γιορτές στα τοτινά ορεινά χωριά και πιο πολύ ακόμα στα κονάκια των τσελιγκάδων, στις στάνες και στα τσελιγκάτα. Εδώ, διατηρούνται πιο αγνά τα ήθη και τα έθιμα, και εδώ οι τσοπαναραίοι ζούσαν πιο κοντά στην Παράδοση και στη Φύση.
   Εμείς ήρθαμε σήμερα εδώ για να αισθανθούμε πώς είναι η ζωή στη Φύση, στο Φυσικό Περιβάλλον. Οι γεννήτορές μας ζούσαν στη Φύση.
   Ειδικά για όσους από εμάς, είχαμε την ευτυχία ή την ατυχία να ζήσουμε και να γνωρίσουμε και τους δύο τρόπους ζωής, εμείς δηλαδή που είμαστε και παιδιά της «ύπαιθρης» χώρας και παιδιά «των τεσσάρων τοίχων του διαμερίσματος» μιας πολύβουης πολυκατοικίας της Αθηναϊκής ζούγκλας, ζούμε πράγματι τη διάσταση αυτής της τραγικής μεταβολής: το πέρασμα από τη ζωή στη Φύση στην «παρά φύση» ζωή της τσιμεντούπολης, των «φαστφουντάδηκων», των «σκυλάδικων», των «σκυλοτράγουδων» και των «κουνηστών ξενυχτάδικων».
   Είναι άλλης λογής το τραπέζι που στρώσαμε όλοι εμείς σήμερα εδώ, κι άλλο το τραπέζι που έστρωναν οι πιο όμορφες βλαχοπούλες: βάζουν λογής-λογής φαγητά μπόλικα και περισσά με το κατάγλυκο κρασί στη μέση. Απ’ όλα, την καλύτερη θέση την έχει το ψητό και η καλόφτιαχτη τυρόπιτα της πιο έμπειρης και νοικοκυρεμένης βόσκισσας. Στο τραπέζι στρογγυλοκάθεται πρώτος, με την ευχή στα χείλια, ο γεροτσέλιγκας κι ύστερα ακολουθούν αραδιαστά κι ολόγυρα όλοι οι άλλοι τσοπάνηδες και μπιστικοί, βλαχοπούλες και βλαχόπουλα.
   Εδώ η ζωή σέρνεται μέσα στα λογγάρια απλή και όμορφη, φυσική στους τρόπους της και ζηλευτή στο διάβα της.
   Ποιός από μας σεμνύνεται ότι όχι μόνον ξέρει τι είναι «κούρος», αλλά και ο ίδιος έλαβε μέρος στο κούρεμα των γιδοπροβατιών;
   Αν δεν ξέρεις τι θα ειπεί η λέξη «νυχτοσκάρος», έλα μαζί μου να νυχτοσεργιανίσουμε και να νυχτοπερπατήσουμε στα βουνά της Ρούμελης που πήζουν από γιδοπρόβατα και τσοπαναραίους. Να σου ειπώ για το νυχτόσκαρο ή το νυχτοσκάρισμα που γίνεται πάνω σε τούτα δω τα περήφανα βουνά που στέκουν μακρυ από την πολυτάραχη ζωή της πολιτείας. Να σου ειπώ για τη συντροφιά της σκοτεινομάτας νύχτας, για τη βλάχικη συναυλία, για την καλλίφωνη κι ανεύρετη τούτη κοπαδίσια μουσική που συναντάει κανείς μονάχα τις καλοκαιριάτικες νύχτες στους βουνόκορφους και στα βουναξάρια: Νυχτοσκάρος είναι η νυχτερινή βοσκή του κοπαδιού. Μόλις δέσει το σκοτάδι παντού, τα γιδοπρόβατα σηκώνονται κι αρχίζουν τη βοσκή μ’ όρεξη μέσα στη σιγαλονυχτιά.
    Αλήθεια, πόσοι πλέον μπορούμε να ζήσουμε στα κατοικιά των τσοπάνηδων; Πόσοι ξέρουμε, με λίγο συναρμολόγημα και συνταίριασμα, όλα αυτά τα απομεινάρια του χρόνου να τα δούμε να ξαναγίνονται καινούργια, όπως πρώτα που φιλοξενούσαν στον ελάτινο και πλεχτόκλαδο κόρφο τους τον βουνίσιο πραματολόο και κάθε περαστικό στρατοκόπο; Πόσοι από εμάς ήμασταν τυχεροί κι ακούγαμε εκεί στις στρούγκες τούς τσοπάνηδες, καθώς αρμέγουν, να λέγουν, πολλά για τη ζωή τους, για τ’ άρμεγμα, να λένε για τα «ξηραμένα» δηλαδή για τα φίδια του βουνού, να λένε για φαντάσματα, να λένε για τα «ξωθιοπεράσματα»;
    Και η βλάχα;  Ποιά τα έργα της;  Μας το λέει ο λαογράφος Βασίλης Λαμνάτος, (Η βλαχοζωή στα βουνά και στους κάμπους, εκδ. ‘‘Δωδώνη’’, Αθήνα 2005), σε ένα από τα δικά του ποιήματα:
          
«… Η βλάχα πήζει το τυρί, τυροκομάει η βλάχα \
                  και συγυρίζει το πλεχτό κι ελάτινο καλύβι.»

   Καιρός τώρα, αφού έπαιξα με την υπομονή σας, να σας ξεδιψάσω στην κρυόβρυση και στην παρεκεί αρμαθιά από κουρύτια ή κουρύτες, δηλαδή στα ξύλινα καλοπελεκημένα και βαθουλωμένα κλωνάρια όπου ξεδιψάνε τα γιδοπρόβατα και τα ζωντανά. Και τούτο, για να μας κάνει αυτό το «νερό της λήθης» ν’ απολησμονήσουμε πως δεν ζούμε πλέον την ίδια ζωή με τη βλαχοζωή στα βουνά, κι ας είμαστε όλοι εμείς εδώ σήμερα τα δισέγγονα και τα τρισέγγονα αυτών των βασιλιάδων των βουνών μας, αυτών των αγνών και γνήσιων ψυχών που ζούσαν μια ζωή αληθινή, όμορφη, μια ζωή που γλίστρησε μέσα στο χρονοπέρασμα, εδώ και κάμποσα χρόνια πίσω.
     Ας παραμείνει τουλάχιστον αυτή η ζωή των προπατόρων μας ολοζώντανη στη δική μας σκέψη, ποθητή στην καρδιά, νοσταλγική και ψυχογύρευτη._
 Καλώς ανταμώσαμε.
  Καλώς ν’ ανταμώσουμε και του χρόνου πάλι.                                     

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025

Η Δικαιοσύνη ως Αρετή


Από τις τέσσερις μεγαλύτερες αρετές που διακρίνουν τον άνθρωπο – τη φρόνηση, τη σωφροσύνη, την ανδρεία και τη δικαιοσύνη – η τελευταία θεωρείται η πιο σπουδαία. Όπως αναφέρει ο Θέογνις, «Ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσα ἀρετή ἐστιν», τονίζοντας ότι η δικαιοσύνη συμπεριλαμβάνει όλες τις αρετές.

Σύμφωνα με τον περίφημο νομομαθή Ουλπιανό, «δικαιοσύνη είναι η σταθερή και συνεχής θέληση να αποδίδεται στον καθένα αυτό που του ανήκει». Με άλλα λόγια, η δικαιοσύνη έχει σκοπό την προστασία του δίκαιου και την απόκρουση του άδικου.

Η σημασία της δικαιοσύνης υπήρξε πρωταρχική για την πορεία του ανθρώπινου γένους. Από την εποχή που ο άνθρωπος εγκατέλειψε την απομόνωση και εντάχθηκε στην οργανωμένη κοινωνία, αντιλήφθηκε ότι η συμβίωση δεν θα μπορούσε να είναι ομαλή χωρίς τη θέσπιση κανόνων και νόμων. Έτσι, η έννοια του δικαίου έγινε το θεμέλιο μιας καλά οργανωμένης κοινωνίας, εξασφαλίζοντας την ελευθερία του ατόμου χωρίς να καταπατά την ελευθερία των άλλων.

Ωστόσο, η απλή ύπαρξη νόμων δεν αρκεί. Χωρίς την εφαρμογή τους, δηλαδή χωρίς τη δικαιοσύνη, δεν θα μπορούσε να υπάρξει κοινωνική πρόοδος. Η δικαιοσύνη επιβάλλει το σεβασμό στη ζωή, την περιουσία, την τιμή και την ελευθερία του ατόμου. Η ορθή απονομή του δικαίου διατηρεί την κοινωνική ισορροπία και συμβάλλει στην κοινωνική ευημερία.

Η αληθινή ευδαιμονία προέρχεται από τη δικαιοσύνη, ιδιαίτερα όταν αυτή προέρχεται από την ελεύθερη βούληση των ατόμων και όχι από τον φόβο της τιμωρίας. Η δικαιοσύνη τότε γίνεται έκφραση μιας άλλης σπουδαίας αρετής, της αγάπης. Όπως λέει η λατινική ρήση, "Dura lex, sed lex" (Σκληρός ο νόμος, αλλά νόμος), ωστόσο, όταν ο νόμος εφαρμόζεται με αγάπη και πειθώ, τα αποτελέσματά του είναι πιο σταθερά και αποδεκτά.

Αν δεν υπήρχε η δικαιοσύνη, η κοινωνία θα μετατρεπόταν σε ζούγκλα, όπου οι ισχυροί θα καταπίεζαν τους αδύναμους, και η ανθρώπινη ύπαρξη θα ήταν αβέβαιη. Όπως αναφέρει ο Κικέρων, «Άκρα δικαιοσύνη, άκρα αδικία». Για να υπάρχει κοινωνική γαλήνη, οφείλουμε να σεβόμαστε τη δικαιοσύνη και να συμμορφωνόμαστε με τους νόμους.

Η λέξη «δικαιοσύνη» έχει πολλές έννοιες και εκφάνσεις. Στον ηθικό τομέα, δικαιοσύνη είναι η στάση εκείνου που συμπεριφέρεται δίκαια απέναντι στους άλλους, αναγνωρίζοντας ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Στη νομική έννοια, αποτελεί την εφαρμογή του θεσπισμένου δικαίου.

Η δικαιοσύνη, ως ιδέα, θεωρήθηκε από την αρχαιότητα ένα από τα βασικότερα αγαθά, συνδεδεμένη με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την ελευθερία και την αρετή. Ο Πλάτωνας τη χαρακτήρισε επιστήμη, υποστηρίζοντας πως «πάσα επιστήμη χωριζομένη της δικαιοσύνης και της άλλης αρετής, πανουργία, ου σοφία φαίνεται». Ο Σωκράτης τόνιζε ότι μια πολιτεία στην οποία δεν εφαρμόζονται οι δικαστικές αποφάσεις, δεν μπορεί να επιβιώσει. Οι Στωικοί την κατέταξαν στις τέσσερις θεμελιώδεις αρετές: σύνεση, δικαιοσύνη, ανδρεία και εγκράτεια.

Η δικαιοσύνη, ως ηθική έννοια, στηρίζεται στην ελευθερία του ανθρώπου και όχι στον εξαναγκασμό. Όπως ανέφερε ο Αριστοτέλης, «η δικαιοσύνη είναι η κοινή πηγή όλων των αρετών». Απελευθερώνει τον άνθρωπο από την υποταγή και του επιτρέπει να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του. Ο Κοραής έλεγε πως «μόνη η δικαιοσύνη φέρει την ελευθερία, τη δύναμη και την ασφάλεια».

Όπως καταλήγει ο Πλάτωνας, «Πόλεις στις οποίες οι πολίτες υπακούουν στους νόμους, ευημερούν και είναι ανίκητες στον πόλεμο». Συνεπώς, η δικαιοσύνη δεν είναι απλώς μια αρετή, αλλά η βάση κάθε πολιτισμένης κοινωνίας.

Α Κ Ρ


ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ:https://aegeanews.gr/news/fimes/464847/dikaiosyni-stin-archaia-grafei-vasilis-chatzivasileiou/


Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025

Η Γυναίκα του χωριού μας και της Ορεινής Τριχωνίδας ως Πολύτεκνη Μητέρα


Η πολύτεκνη γυναίκα του χωριού μας και της ορεινής Αιτωλίας ήταν σύμβολο δύναμης και αφοσίωσης. Σε μια εποχή χωρίς ανέσεις, όπου η ζωή βασιζόταν στη γεωργία, την κτηνοτροφία και την αυτάρκεια, η πολύτεκνη μάνα σήκωνε τεράστιο βάρος, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα τον ρόλο της μητέρας, της αγρότισσας, της νοικοκυράς και της θεματοφύλακα της οικογένειας.

1. Η Πολύτεκνη Μάνα και η Ανατροφή των Παιδιών

Γέννες στο σπίτι – Οι περισσότερες γεννήσεις γίνονταν στο σπίτι, με τη βοήθεια πρακτικών μαιών ("μαμές"). Οι γυναίκες δεν είχαν ιατρική περίθαλψη και πολλές φορές έφερναν στον κόσμο παιδιά με μοναδική βοήθεια τις εμπειρίες των γηραιότερων γυναικών.


Θηλασμός και φροντίδα – Τα βρέφη θηλάζονταν για μεγάλο διάστημα, καθώς δεν υπήρχαν έτοιμες τροφές. Τα μεγαλύτερα αδέρφια βοηθούσαν στη φροντίδα των μικρότερων.

Πολυμελείς οικογένειες – Οι γυναίκες γεννούσαν 5, 6, ακόμα και 10 παιδιά, καθώς η παιδική θνησιμότητα ήταν υψηλή. Κάθε παιδί ήταν πολύτιμο, καθώς βοηθούσε στις αγροτικές και κτηνοτροφικές εργασίες.

2. Η Καθημερινή Ζωή μιας Πολύτεκνης Μητέρας

Πρωινό Ξύπνημα και Δουλειές

Η μέρα ξεκινούσε πριν το χάραμα. Έπρεπε να:
 Ανάψει τη φωτιά
 Ετοιμάσει ψωμί και φαγητό
 Ταΐσει τα μικρά παιδιά
 Στείλει τα μεγαλύτερα στα χωράφια ή στα ζώα

Διατροφή και Προετοιμασία Φαγητού

Έφτιαχνε ψωμί στον ξυλόφουρνο ή στη γάστρα μία φορά την εβδομάδα.
Μαγείρευε απλά και χορταστικά φαγητά – τραχανάς, χυλοπίτες, όσπρια.
Έφτιαχνε τροφές για τα μικρά – όπως χυλό από γάλα και αλεύρι.

Ρούχα και Υφαντά για Όλη την Οικογένεια

Έραβε και επιδιόρθωνε ρούχα για τα παιδιά, αφού τα ρούχα περνούσαν από το ένα παιδί στο άλλο.
Έφτιαχνε προικιά για τις κόρες της – κουβέρτες, υφαντά, σεντόνια.

Διαχείριση του Νοικοκυριού

Καθάριζε το σπίτι και τις αυλές.
Έφερνε νερό από τη βρύση με βαρέλες, γιατί στα ορεινά χωριά δεν υπήρχε τρεχούμενο νερό.
Δίδασκε στα παιδιά τις πρώτες βασικές γνώσεις πριν πάνε σχολείο, ειδικά τα κορίτσια που μάθαιναν να υφαίνουν και να ράβουν.

3. Η Συμμετοχή στις Αγροτικές και Κτηνοτροφικές Δουλειές



Η πολύτεκνη μάνα δεν είχε πολυτέλεια να μείνει στο σπίτι. Συχνά εργαζόταν στα χωράφια με το μικρότερο παιδί στην πλάτη της, δεμένο ζάλιγκα.

Φρόντιζε τα ζώα – αρμέγοντας τις κατσίκες και τα πρόβατα, ταΐζοντας τις κότες και τα γουρούνια.

Συμμετείχε στη συγκομιδή – Μαζεύοντας καρπούς, ελιές (αν υπήρχαν στα χαμηλότερα χωριά), κάστανα και καλαμπόκι.

4. Ο Ρόλος της στη Θρησκεία και τις Παραδόσεις

Ήταν βαθιά θρησκευόμενη, παρακαλώντας τον Θεό για υγεία και δύναμη να μεγαλώσει τα παιδιά της.

Πήγαινε στην εκκλησία με τα παιδιά της, ανάβοντας κερί για την οικογένεια.

Διατηρούσε τις γιορτές – Τα Χριστούγεννα, το Πάσχα και τις ονομαστικές εορτές έφτιαχνε παραδοσιακά γλυκά και ετοίμαζε το γιορτινό τραπέζι.

5. Οι Δυσκολίες και οι Θυσίες της Πολύτεκνης Μάνας

Η ζωή ήταν αδυσώπητα σκληρή. Οι πολύτεκνες μανάδες υπέμεναν στερήσεις, φτώχεια, αντίξοες συνθήκες, αλλά δεν λύγιζαν.

Πολλές φορές έχαναν παιδιά από αρρώστιες, καθώς δεν υπήρχαν γιατροί και φάρμακα στα χωριά.

Δεν ξεκουράζονταν σχεδόν ποτέ – Η ξεκούραση ήταν πολυτέλεια, καθώς οι δουλειές δεν τελείωναν ποτέ.

Στα γεράματα, η γιαγιά γινόταν το στήριγμα της οικογένειας, βοηθώντας να μεγαλώσουν τα εγγόνια της.

6. Η Πολύτεκνη Γυναίκα ως Σύμβολο Αντοχής και Αγάπης

Η πολύτεκνη μάνα ήταν η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας. Δεν ήταν μόνο μητέρα – ήταν εργάτρια, δασκάλα, μάγειρισσα, γιατρός, προστάτιδα και φύλακας της οικογενειακής παράδοσης.

Μέσα από τη σκληρή της ζωή, έμαθε στα παιδιά της:
Να σέβονται τις αξίες της οικογένειας
Να αγαπούν τη γη και την παράδοση
Να αντέχουν στις δυσκολίες της ζωής

Η γυναίκα αυτή ήταν ηρωίδα, όχι μόνο για την οικογένειά της, αλλά και για ολόκληρη την κοινωνία της εποχής της.

Α. Κ. Ρ. 


Κυριακή 2 Μαρτίου 2025

Η Ιερά Μονή Προυσού κατά την περίοδο 1801 - 1825


Η Παναγία Προυσιώτισσα: Η Προστάτιδα της Ρούμελης


Απολυτίκο

«Τῆς Ἑλλάδος ἁπάσης σὺ προΐστασαι πρόμαχος, καὶ τερατουργός ἐξαισίων τῇ ἐκ Προύσης Εἰκόνι σου, πανάχραντε Παρθένε Μαριάμ, καὶ γὰρ φωτίζεις ἐν τάχει τοὺς τυφλούς, δεινοὺς τε ἀπελαύνεις δαίμονας, καὶ παραλύτους δὲ συσφίγγεις, ἀγαθή· κρημνῶν τε σῴζεις καὶ πάσης βλάβης τοὺς σοὶ προστρέχοντας· δόξα τῷ σῷ ἀσπόρῳ τοκετῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ τοιαῦτα τέρατα».


Η Ιερά Μονή Προυσού κατά την περίοδο 1801 - 1825


ΠΑΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΩΝΣΗ ΤΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ: Η Ιερά Μονή Προυσού κατά την περίοδο 1801 - 1825
https://drive.google.com/file/d/1aLbPmFXpt72f_y9kVwOWbNIHqNDBsTXb/view?usp=drive_link


Τα πρακτικά που παρουσιάζονται εδώ αποτελούν πολύτιμο αρχειακό υλικό, καταγράφοντας σημαντικές πτυχές της ιστορίας της Μονής και της εποχής της. 

Η ανάλυση των σχέσεών της με την τοπική κοινότητα, καθώς και ο ρόλος της στη συγκρότηση της πολιτικής διοίκησης, μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε βαθύτερα τον σύνθετο ρόλο των μοναστηριών στην προεπαναστατική και επαναστατική περίοδο. Μέσα από τις εισηγήσεις αυτές, φωτίζεται ένας σημαντικός κρίκος της ιστορικής συνέχειας, διατηρώντας ζωντανή τη μνήμη και την κληρονομιά της Ιεράς Μονής Προυσού.

Η Παναγία Προυσιώτισσα δεν είναι απλώς η προστάτιδα της Ευρυτανίας, αλλά ολόκληρης της Ρούμελης. Οι Ρουμελιώτες τρέφουν βαθιά πίστη προς την Παναγία, την επικαλούνται στις δύσκολες στιγμές και την προσκυνούν με δέος. Κάθε χρόνο, κατά το μεγάλο πανηγύρι της, οι προσκυνητές συρρέουν στο μοναστήρι του Προυσού για να αποδώσουν φόρο τιμής και να ζητήσουν τη χάρη της. 

Ιδιαίτερη σχέση με την Παναγία έχουν οι Χαλικιώτες, οι οποίοι, όπως και οι υπόλοιποι κάτοικοι της Στερεάς Ελλάδας, έχουν ενσωματώσει τη λατρεία της στην καθημερινότητά τους. Δεν είναι τυχαίο ότι σε κάθε κρίσιμη στιγμή της ζωής μας – είτε προσωπική είτε εθνική – η πρώτη επίκληση γίνεται στην Παναγία Προυσιώτισσα. Η παράδοση αυτή, που κρατάει αιώνες, ενισχύει το πνευματικό δέσιμο του λαού με τη Θεοτόκο, μετατρέποντας το μοναστήρι σε σύμβολο πίστης και ελπίδας για όλους τους Έλληνες.



Η Ιερά Μονή Προυσού αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά και ιστορικά κέντρα της Ευρυτανίας, ιδιαίτερα κατά την περίοδο 1801-1825, όταν διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της τοπικής πολιτικής οργάνωσης και στην προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης. Το μοναστήρι δεν υπήρξε μόνο τόπος λατρείας και προσκυνήματος, αλλά και κέντρο πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών, καθώς οι σχέσεις του με τους προκρίτους της επαρχίας του Καρπενησιού επηρέασαν σημαντικά τις εξελίξεις της εποχής.

Καθοριστική ήταν η συμβολή του Κυρίλλου Καστανοφύλλη, μιας εξέχουσας πνευματικής και αγωνιστικής φυσιογνωμίας, που ανέδειξε το μοναστήρι σε ισχυρό προπύργιο της Ορθοδοξίας και του εθνικού αγώνα. Με πλούσια μοναστηριακή βιβλιοθήκη και χειρόγραφα που διασώζουν την ιστορία του τόπου, η Μονή Προυσού αποτελεί πολύτιμη πηγή για τη μελέτη της προεπαναστατικής περιόδου.


Η ανάλυση της δράσης της μονής εστιάζει στις σχέσεις της με την τοπική κοινωνία και την πολιτική της επιρροή, καθώς και στην πνευματική της ακτινοβολία. Ιδιαίτερη σημασία έχει και η παρουσία της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας Προυσιώτισσας, που αποτέλεσε σημείο αναφοράς για τους κατοίκους της περιοχής και τους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821.

Η Ιερά Μονή Προυσού δεν υπήρξε μόνο ένα κέντρο πίστης και προσκυνήματος, αλλά και ένας θεσμός με βαθιά επίδραση στην κοινωνική, πολιτική και πνευματική ζωή της Ρούμελης. Η συμβολή της κατά την περίοδο 1801-1825 ξεπέρασε τα στενά όρια της Ευρυτανίας, καθώς διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της τοπικής αυτοδιοίκησης και στη στήριξη του αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία.

Η σχέση της με τους προκρίτους του Καρπενησίου, η προσφορά της στην οργάνωση της δημογεροντίας, καθώς και η δράση προσωπικοτήτων όπως ο Κύριλλος Καστανοφύλλης, αναδεικνύουν τη σημασία της ως πυλώνα τόσο της θρησκευτικής παράδοσης όσο και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Η Μονή Προυσού δεν ήταν απλώς ένα θρησκευτικό καταφύγιο, αλλά ένας δυναμικός φορέας κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων, που επηρέασε καθοριστικά την πορεία της Ευρυτανίας και της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας.




Φωτογραφίες και επιμέλεια 

Α.Κ.Ρ.


Πηγές: 

1) Ευρυτανία κατά τους Επαναστατικούς και Μετεπαναστατικούς Χρόνους 170 χρόνια από τον θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΡΟΥΣΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 1801 - 1825 Ελληνικό Κέντρο Πολιτικών Ερευνών Παντείου Πανεπιστημίου Ηλεκτρονική επεξεργασία της εισήγησης Ιωάννης Δ. Υφαντόπουλος &  Ζαχαρίας Ζηνέλης (Θεολόγος, τ. Δ/ντής Γυμνασίου) Επιστημονική Βιβλιοθήκη ΕΚΠΕ Αθήνα, 1995 Εισηγήσεις Συνεδρίου Επιμέλεια: Κλ. Σ. Κουτσούχης, Κ. Αρώνη - Τσίχλη

2)Πηγή Φωτογραφίας Σχολής Ελληνικών Γραμμάτων: ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΩΝ Α’ ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΡΟΥΜΕΛΗΣ ΛΑΜΙΑ 14-17 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2001 “ΚΑΣΤΡΟ” ΛΑΜΙΑΣ «ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ»



Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

Παραδοσιακές Πίτες του Χωριού μας και της Ευρύτερης Περιοχής Απόκουρου, Ορεινού Θέρμου και Τριχωνίδας

Παραδοσιακές Πίτες του Χωριού μας και της Ευρύτερης Περιοχής Απόκουρου, Ορεινού Θέρμου και Τριχωνίδας

Οι παραδοσιακές πίτες αποτελούσαν αναπόσπαστο κομμάτι της τοπικής γαστρονομίας στην περιοχή του Απόκουρου, του Ορεινού Θέρμου και της Τριχωνίδας. Από γενιά σε γενιά, οι νοικοκυρές διατηρούσαν και μετέδιδαν τις συνταγές τους, χρησιμοποιώντας αγνά υλικά όπως φρέσκο τυρί, γάλα, αυγά, χόρτα και καλαμποκίσιο αλεύρι.


Ψημένες είτε σε ξυλόφουρνο είτε κάτω από τη γάστρα, οι πίτες αυτές αποκτούσαν μοναδική γεύση και άρωμα, καθιστώντας τις βασικό έδεσμα τόσο στην καθημερινότητα όσο και σε γιορτές και πανηγύρια. 

Συνολικά, η περιοχή φημιζόταν για την ποικιλία και την αυθεντικότητα των παραδοσιακών της πιτών, που αντικατόπτριζαν την πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και τις γαστρονομικές παραδόσεις του τόπου. 

Η πίτα αποτελούσε για τους Αιτωλούς ένα από τα ευκολότερα, οικονομικότερα και νοστιμότερα φαγητά. Σε στιγμές ανάγκης, όταν δεν υπήρχε προσφάγι, η οικοδέσποινα συνήθιζε να λέει: "Φτιάξε μια πιττούλα!", και σε λίγα λεπτά την ετοίμαζε. Οι πίτες ήταν πολλών ειδών και προσαρμόζονταν ανάλογα με την περίσταση.

Παρακάτω παρουσιάζονται μερικές από τις πιο γνωστές πίτες της περιοχής μας.


Τυρόπιτα

Η τυρόπιτα θεωρούταν η πιο πολυτελής και δαπανηρή από όλες. Παρασκευαζόταν σε ταψί, το οποίο γεμιζόταν με στρώσεις από φύλλα. Ανάμεσα στα φύλλα τοποθετούνταν μείγμα από βούτυρο, αυγά και τυρί. Οι στρώσεις συνεχίζονταν έως ότου γέμιζε το ταψί, ενώ στην κορυφή προστίθενταν κομμάτια βουτύρου. Το ταψί σκεπαζόταν με γάστρα και ψηνόταν μέχρι να ροδίσει. Η τυρόπιτα φτιαχνόταν κυρίως την Κυριακή της Τυρινής, αλλά και σε γάμους ή πανηγύρια, όπου προσφέρονταν πλούσια γεύματα.

Μυζηθρόπιτα

Η μυζηθρόπιτα παρασκευαζόταν με μυζήθρα, φέτα, αυγά, γάλα, ψιλοκομμένο άνηθο, βούτυρο και, κάποιες φορές, καλαμποκίσιο αλεύρι.

Κολοκυθόπιτα

Η κολοκυθόπιτα, πλούσια σε υλικά, φτιαχνόταν από ξυσμένο κολοκύθι, αναμεμειγμένο με κρόκους αυγών, βούτυρο και τριμμένο τυρί. Το μείγμα αυτό τοποθετούνταν ανάμεσα σε στρώσεις φύλλων και ψηνόταν όπως η τυρόπιτα. Ειδικά το καλοκαίρι, όταν τα κολοκύθια ήταν άφθονα, η κολοκυθόπιτα αποτελούσε ένα συνηθισμένο και γρήγορο φαγητό.

Λαχανόπιτα

Η λαχανόπιτα, που συχνά λεγόταν και πρασόπιτα ή σπανακόπιτα, φτιαχνόταν με ψιλοκομμένα λαχανικά, ανακατεμένα με βούτυρο και τυρί. Αν παρασκευαζόταν μόνο με λάδι, ονομαζόταν "ξανάρτυγη" ή "σαρακοστιανή". Η ξανάρτυγη θεωρούταν η νοστιμότερη από όλες.



Κρεατόπιτα και Κοτόπιτα

Η κρεατόπιτα παρασκευαζόταν κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, χρησιμοποιώντας κομμάτια χοιρινού κρέατος και λίπους, που τοποθετούνταν ανάμεσα στα φύλλα. Αντίστοιχα, η κοτόπιτα περιείχε κομμάτια κοτόπουλου και βούτυρο και καταναλωνόταν κυρίως κατά τις Απόκριες.

Ψαρόπιτα

Η ψαρόπιτα συνηθιζόταν στις παραλίμνιες περιοχές της Αιτωλίας και παρασκευαζόταν με μικρά ψάρια, όπως γλανίδια, που δεν είχαν κόκαλα. Σαρακοστιανή εκδοχή της ψαρόπιτας φτιαχνόταν κατά τη διάρκεια της νηστείας, με ψάρια και ελαιόλαδο ανάμεσα στα φύλλα.

Γαλατόπιτα

Διακρίνονταν δύο είδη γαλατόπιτας, με φύλλα και χωρίς φύλλα.
Η γαλατόπιτα παρασκευαζόταν την άνοιξη και φτιαχνόταν με βρασμένο γάλα, αναμεμειγμένο κυρίως με καλαμποκίσιο αλεύρι. Ενίοτε προστίθενταν και κρόκοι αυγών. Παρόμοιες πίτες ήταν η μυζηθρόπιτα και η πρεντζόπιτα, όπου χρησιμοποιούνταν μυζήθρα ή πρέντζα αντί για γάλα.

Η εκδοχή χωρίς φύλλα ονομαζόταν ζάρκα.


Τραχανόπιτα

Η τραχανόπιτα ήταν από τις πιο συνηθισμένες πίτες, καθώς τραχανάς υπήρχε σε κάθε οικογένεια. Φτιαχνόταν από μείγμα τραχανά, νερού, κρόκων αυγών, βουτύρου ή χοιρινού λίπους, το οποίο ψηνόταν σε ταψί. Στα πεδινά, η τραχανόπιτα παρασκευαζόταν με φύλλα, ενώ στα ορεινά χωρίς.

Ρυζόπιτα

Η ρυζόπιτα περιείχε ρύζι, μικρά κομμάτια κρεμμυδιού ή πράσου και ελαιόλαδο. Ήταν σαρακοστιανό έδεσμα και συνηθιζόταν ιδιαίτερα στα απομακρυσμένα χωριά της Αιτωλίας.

Ζυμαρόπιτα

Η ζυμαρόπιτα περιλάμβανε καλαμποκίσιο αλεύρι, γάλα, τυρί φέτα, αυγά και, μερικές φορές, λίγο χοιρινό λίπος ή τσιγαρίδες.


Μπατσανούκα (Μουσούντρα ή Ξυπόλυτη)

Η μπατσανούκα φτιαχνόταν από ψιλοκομμένα λαχανικά, τυρί, τραχανά και λάδι. Σε ταψί απλωνόταν στρώμα καλαμποκάλευρου, πάνω του τα λαχανικά, και από πάνω άλλο στρώμα χυλού καλαμποκάλευρου. Ψηνόταν και ήταν τυπικό έδεσμα της Μεγάλης Εβδομάδας.

Μουστόπιτα και Μελόπιτα

Η μουστόπιτα φτιαχνόταν με μούστο και σιταρένιο αλεύρι, ενώ η μελόπιτα είχε ως βάση το μέλι ή τα υπολείμματα από κηρύθρες.

Α. Κ. Ρ.