Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Κάλαντα Πρωτοχρονιάς

Αποτέλεσμα εικόνας για χαλικι τριχωνιδασ χιονι
Αρχή του μήνα και του χρόνου είναι η γιορτή του Αγίου Βασιλείου, που συμπίπτει με τη γιορτή της Περιτομής του Χριστού. Τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς ή τ' αγιοβασιλιάτικα κάλαντα παρουσιάζουν διαφορές στην περιγραφή του αγίου που εκγωμιάζουν . Πιο συνηθισμένα είναι τα κάλαντα εκείνα, στα οποία ο άγιος Βασίλης έρχεται από μακρινό δρόμο, από την Καππαδοκία, κρατώντας στο χέρι του κάποιο χαρτί και μαζί καλαμάρι:

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά, ψηλή μου δεντρολιβανιά,
κι αρχή καλός μας χρόνος εκκλησιά με τ' άγιο θρόνος.
Αρχή πού βγήκε ό Χριστός άγιος και πνευματικός, στη γη,
στη γη να περπατήσει κι όλους να ευλογήσει.
"Άγιος Βασίλης έρχεται και όλους (δε) μάς καταδέχεται,
από την Καισαρεία συ σ' αρχόντισσα κυρία...
Βαστάει εικόνα και χαρτί
ζαχαροκάντιο ζυμωτή,
χαρτί, χαρτί και καλαμάρι
δες και με, δες και με το παλικάρι.
Το καλαμάρι έγραφε,
τη μοίρα μου την έγραφε (έλεγε)
και το, και το χαρτί ομίλει
άσπρε μου, άσπρε μου, χρυσέ μου ήλιε.

Χρόνια πολλά και τ' χρόν'.

Στο καλάθι των παιδιών μαζεύονταν καρποί (καρύδια, μήλα ντόπια και κάπου κάπου κανένα πορτοκάλι), γλυκίσματα και στις τσέπες τρύπιες δεκαρούλες ή και κανένα πενηνταράκι.
Οι νοικοκυρές ήταν χαρούμενες και ετοίμαζαν το Χριστόψωμο το οποίο είχε έναν σταυρό και καρύδια. Το συγκεκριμένο ψωμί το έτρωγαν την πρωτοχρονιά και σε όποιον το ψωμί με το καρύδι που θα βρεθεί ήταν λευκό, τότε η υγεία του θα ήταν πολύ καλή τη νέα χρονιά σε αντίθεση με αυτόν που θα βρει καρύδι κούφιο (χωρίς ψίχα). Τη μέρα αυτή συνηθίζονταν να πίνεται κόκκινο κρασί, για «καινούργιο» αίμα, αφού το κρασί ήταν κόκκινο στο χωριό μας.
Στο μαγαζιά μαγαζί του Γρηγόρη Νικοδημητρόπουλου αυτές τις μέρες με αποκορύφωμα το βράδυ της Πρωτοχρονιάς, το τριανταένα έδινε και έπαιρνε.
Μετά την άγιο-Βασιλιάτικη λειτουργία, αντάλλασσαν χειραψίες ευχές για ένα καλό χρόνο.
Από το μερίδιο της βασιλόπιτας, πού ανήκει στο σπιτικό, η νοικοκυρά έβαζε ένα κομματάκι στο εικόνισμα για το καλό.

Επίσης,

Αρχιμηνιά, Πρωτοχρονιά, πρώτη του Γεναρίου,
περιτομή είναι του Χριστού και του Αϊ - Βασιλείου,
ο αϊ - Βασίλης έρχεται απ' την Καππαδοκία,
βαστάει στο χέρι του χαρτί, βαστάει και καλαμάρι,
το καλαμάριν έγραφε και το χαρτί αναγνώθει.
5
-              Βασίλη, πούθεν έρχεσαι και πούθε κατεβαίνεις;
-              Από το σπίτι μ' έρχομαι και στο σχολειό πηγαίνω.
-              Κάτσε να φας, κάτσε να πιεις, κάτσε να τραγουδήσεις.
-              Εγώ τραγούδια δεν ξεύρω, μον' γράμματα μαθαίνω.
10
Πειδής και ξέρεις γράμματα, πες μας τ' αλφαβητάρι.
Εις το ραβδί τ' ακούμπησε να πει τ' αλφαβητάρι.
Ξερόχλωρο ήταν ραβδί, χλωρούς βλαστούς πετάει,
και στην κορφή των βλασταριών πέρδικα κελαδάει,
παίρνει νερό στα νύχια της και πάχνη στα φτερά της,
15
ραντίζει τον αφέντη της, ραντίζει την κυρά της .

Από την Καισαρεία, έρχεται, για το λαϊκό ποιητή, ο αϊ - Βασίλης. Ο λαός, με φιλόξενη διάθεση, ζητά να μάθει από πού έρχεται και πού πηγαίνει. Και εκείνος, με αφέλεια παιδική, απαντά πως έρχεται από το σπίτι του και πηγαίνει στο σχολειό. Τον καλούν στο τραπέζι τους και του ζητούν να τους τραγουδήσει. Ο σεμνός επισκέπτης απαντά πως μαθαίνει γράμματα και δε γνωρίζει τραγούδια. Και όταν του ζητούν να πει «τ' αλφαβητάρι», ακούμπησε για να το πει στο «ξερόχλωρο» ραβδί, και γίνεται το θαύμα . Το ξερό ραβδί «χλωρούς βλαστούς πετάει» και ακόμη στην κορυφή των κλαδιών «πέρδικα κελαδάει». Έτσι γνώριζαν τον πρωτοχρονιάτικο άί - Βασίλη οι γενιές των Ελλήνων. Κάθε φορά που έφτανε η γιορτή του γονείς και συγγενείς έδιναν στα παιδιά χρήματα ή και αντάλλασσαν μεταξύ τους δώρα. Ο αϊ - Βασίλης δεν έφερνε τίποτα. Αντίθετα, μοιράζοντας από δική τους πρόθεση οι άνθρωποι δώρα και χρήματα, ζητούσαν την ευλογία του:

... Και στην κορφή των βλασταριών πέρδικα κελαδάει,
παίρνει νερό στα νύχια της και πάχνη στα φτερά της,
ραντίζει τον αφέντη της, ραντίζει την κυρά της.

Βιβλιογραφία:

Δημ. Σ. Λουκάτος, Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών, Εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 1984:.

Κώστας Δ. Κονταξής Το δημοτικό τραγούδι Εκδ. Πασχέντης 2007

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου